Αγγελική Μπόμπορη: "Το ρεμπέτικο τραγούδι αποτελεί το μουσικό μας γονίδιο"

  ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΕΛΙΟ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ Από τον Τσιτσάνη και την Νίνου στον Βαμβακάρη και την Εσκενάζυ και από την Χασκίλ και τ...

Ageliki Bobori - thecolumnist.gr

 ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΕΛΙΟ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ

Από τον Τσιτσάνη και την Νίνου στον Βαμβακάρη και την Εσκενάζυ και από την Χασκίλ και την Μπέλλου στον Τσέρτο και την Μαριώ: Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να περιγράψουμε την πολύ ενδιαφέρουσα ομαδική εικαστική έκθεση με τον τίτλο "Rebetika" στο Μουσείο Τσιτσάνη στα Τρίκαλα που θα διαρκέσει από τις 9 έως τις 17 Δεκεμβρίου και η οποία είναι αφιερωμένη… που αλλού; Στο ρεμπέτικο τραγούδι. Τριανταπέντε καλλιτέχνες υπό το συντονισμό της επιμελήτριας της έκθεσης Νικολένας Καλαϊτζάκη ενώνουν τις δημιουργίες τους αναβιώνοντας θρυλικές μορφές του ρεμπέτικου τραγουδιού το οποίο εξέφρασε αυθεντικά τόσο τον καημό, τη λύπη, την αγωνία όσο όμως και την χαρά και τον έρωτα του Έλληνα, αποτελώντας έτσι όχι απλώς ένα ιδιαίτερο είδος μουσικής αλλά ένα φαινόμενο με κοινωνικές διαστάσεις. 

Στο σημερινό πρώτο μέρος του αφιερώματος του "The Columnist" στην ξεχωριστή αυτή πρωτοβουλία, συνομιλούμε με την εικαστικό και εκπαιδευτικό Αγγελική Μπόμπορη για την πορεία και το έργο των σπουδαίων Μαρίκα Νίνου και Στέλλα Χασκίλ, οι οποίες είναι τα κεντρικά πρόσωπα της δικής της συμμετοχής, για το πως εκλαμβάνει το ρεμπέτικο τραγούδι, τη δημιουργική συνάντησή του με τις "Καλές Τέχνες", τη θέση των γυναικών στο χώρο της τέχνης τότε και τώρα και πολλά άλλα. 

- Ας ξεκινήσουμε από το βασικό. Τι νοηματοδοτεί για σένα το ρεμπέτικο τραγούδι;

Α.Μ.: "Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και κουλτούρας. Αντανακλά σημεία των καιρών του προηγούμενου αιώνα όπως η Μικρασιατική Καταστροφή και αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών, δικτατορία Μεταξά, Β' Παγκόσμιος Πόλεμος που στιγμάτισαν την Ελλάδα σε περιόδους αλλαγών και που μέχρι σήμερα αγγίζουν τους σύγχρονους Έλληνες."

- Συμμετέχεις στη «Rebetika» με δύο έργα αφιερωμένα σε δύο κορυφαίες ρεμπέτισσες, τη Στέλλα Χασκίλ και τη Μαρίκα Νίνου. Τί ήταν αυτό που σε ώθησε στο να πάρεις μέρος σε αυτήν την προσπάθεια και γιατί επέλεξες γυναίκες και μάλιστα τις συγκεκριμένες; 

Α.Μ.: "Καταρχήν θέλω να ευχαριστήσω τη κ. Νικολένα Καλαϊτζάκη που μου έδωσε την ευκαιρία να συμμετέχω σε μια τόσο σημαντική έκθεση που πραγματοποιείται σε ένα χώρο πολύ ιδιαίτερο. Θεωρώ ότι το θέμα της έκθεσης είναι ελκυστικό καθώς είναι πρόκληση να μπορείς να αποδώσεις την ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής με μια σύγχρονη ματιά σε εικαστικό επίπεδο.. όταν το θέμα είναι καθαρά μουσικό. Επέλεξα να ζωγραφίσω σε ελεύθερη απόδοση τα πορτραίτα δύο σημαντικών γυναικών τού ρεμπέτικου τραγουδιού που η κάθε μία από τη πλευρά της άφησε το στίγμα της για τη μεταγενέστερη εποχή τού ρεμπέτικου κ λαϊκού τραγουδιού στην Ελλάδα. 
Η Στέλλα Χασκίλ υπήρξε μια δυναμική γυναίκα που ερμήνευσε ρεμπέτικα κατοχικά τραγούδια σε πρώτη εκτέλεση και συναρπαστική κατά τη γνώμη μου! Η Μαρίκα Νίνου από την άλλη, όπως ανέφερε κ ο Τσιτσάνης, ήταν γεννημένη για το πάλκο. Με τη φωνή της καθήλωνε τούς θεατές! Και οι δύο συνεργάστηκαν με τον Τσιτσάνη που κατάφερε να δημιουργήσει μια καινούργια τάση τη δεκαετία τού '50 ώστε να έρθει κ η ευρεία αποδοχή τού ρεμπέτικου τραγουδιού σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Και οι δύο δυστυχώς φύγανε πολύ νέες σε ηλικία 35 κ 36 χρόνων αντίστοιχα... έχοντας όμως ήδη στιγματίσει με την ερμηνευτική ικανότητα τους την εποχή που έζησαν κ έδρασαν." 

- Ποια τραγούδια τους ξεχωρίζεις και γιατί;

Α.Μ.: "Εννοείται ότι ξεχωρίζω τα τραγούδια τίτλων που ζωγραφίσα για την έκθεση Ρεμπέτικα. Από την Μαρίκα Νίνου το "Τι σήμερα,τι αύριο, τί τώρα" το οποίο γράφτηκε από τον Τσιτσάνη ως τελεσίγραφο για τη σχέση του με τη Νίνου. Είναι το τέλος μιας ολέθριας σχέσης που στιγμάτισε κ τούς δύο. Η Νίνου το ερμηνεύει πολύ φορτισμένη συναισθηματικά κι αυτό εκπέμπεται όταν το ακούω. Με καθηλώνει! Γι’ αυτό και δε χρειάστηκε να σκεφτώ καθόλου ποίο θα ήταν το τραγούδι που θα απέδιδα ζωγραφικά. Όσον αφορά στην Στέλλα Χασκίλ "Το γράμμα". Η Χασκίλ υπήρξε μια μεγάλη ερμηνεύτρια που πάνω στις ηχογραφήσεις της πάτησαν όλες οι μεταγενέστερες ρεμπέτισσες. Η φωνή της είναι λιτή, κόφτη κ έντονα χρωματισμένη. Ο Τσιτσάνης αντιλήφθηκε πολύ νωρίς το πηγαίο ταλέντο της γι’ αυτό και της έδωσε πολλές πρώτες εκτελέσεις των κομματιών του. Το τραγούδι αυτό αναμφίβολα με συγκινεί. Είναι ένα κομμάτι γραμμένο για αυτούς που μένουν πίσω, προσμένουν, ελπίζουν, ανυπομονούν. Μου προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα που όλοι μπορεί να έχουμε βιώσει, ο καθένας για το δικό του λόγο. Η εποχή που γράφτηκε το κομμάτι ήταν έτσι κι αλλιώς πολύ φορτισμένη για όλους. Έτσι η ζωγραφική του απόδοση ήρθε πολύ φυσικά και ανεμπόδιστα." 

Στέλλα Χασκίλ, "Το γράμμα"
- Ποια συναισθήματα και σκέψεις σου γεννώνται με δεδομένο ότι η έκθεση πραγματοποιείται στη γενέτειρα του σπουδαίου Βασίλη Τσιτσάνη και πιο συγκεκριμένα στο Μουσείο του; 

Α.Μ.: "Γενέθλια πόλη τού Βασίλη Τσιτσάνη είναι τα Τρίκαλα και επιτέλους δημιουργήθηκε ένα μουσείο τόσο για αυτόν όσο και το μεγαλειώδες έργο τού. Είναι το λιγότερο δυνατό που θα μπορούσε να γίνει για ένα τόσο σπουδαίο καλλιτέχνη. Όσο για το κτίριο έχει ήδη διαγράψει μια πορεία, ξεκίνησε από χαμάμ, έγινε φυλακή και τώρα μουσείο. Είναι φορτισμένο με συναισθήματα και πληροφορίες! Αυτό δημιουργεί από μόνο του μια έξτρα ευθύνη για όλους μας. Όταν μου προτάθηκε να συμμετάσχω στη συγκεκριμένη έκθεση είχα στο μυαλό μου όλα τα παραπάνω. Σκέφτομαι πόσο σπουδαίο είναι αυτό το εγχείρημα για την ανάδειξη του έργου του Τσιτσάνη και γενικότερα του ρεμπέτικου τραγουδιού αλλά κι ότι είναι σημαντικό πως όλη αυτή η προσπάθεια γίνεται σε μια επαρχιακή πόλη, εκτός πρωτεύουσας που παραμένει το βασικό κέντρο εικαστικών γεγονότων. Είναι πολύ ουσιαστικό να παρουσιάζουμε τη δουλειά μας κι εκτός Αθήνας γιατί δυστυχώς οι υποδομές της χώρας δε στηρίζουν την καλλιτεχνική αποκέντρωση. Νιώθω λοιπόν μεγάλη τιμή και χαρά για αυτή τη συμμετοχή στη συλλογική προσπάθεια που γίνεται από όλους τους καλλιτέχνες, την επιμελήτρια κ. Καλαϊτζάκη και τους υπεύθυνους του μουσείου που αυτό το δύσκολο εγχείρημα έγινε πράξη." 

- Πώς θα περιέγραφες τη δική σου πρόταση σε επίπεδο εικαστικής προσέγγισης όσον αφορά στα έργα που εκθέτεις στα Τρίκαλα; 

Α.Μ.: "Αυτή τη χρονική περίοδο ζωγραφίζω πορτραίτα, μελετάω την έκφραση των ανθρώπων γύρω μου, θέλω να δημιουργήσω ένα προσωπικό διάλογο μεταξύ έργου και θεατή. Έτσι τα πορτραίτα που δημιούργησα για την έκθεση στα Τρίκαλα είναι κομμάτι της συνολικής δουλειάς μου. Είναι πορτραίτα σε ελεύθερη απόδοση με κυρίαρχο το βλέμμα τούς και τα στοιχεία του φόντου. Η Μαρίκα Νίνου τραγουδά σε φόντο υγρού χρυσού που αποδίδει το τέλος της σχέσης της με το Τσιτσάνη αλλά και τη τεράστια ερμηνευτική ικανότητα της που δεν την αγγίζει ο χρόνος που περνάει. Η Στέλλα Χασκίλ πιο αυστηρή και σταθερή προσμένει μπροστά σε ένα κιτρινισμένο και φθαρμένο γράμμα! Μια προσμονή για τα πάντα που παραμένει πολύ ζωντανή στο χρόνο επίσης. Ήθελα να αποδώσω αυτή τη σχέση των ανθρώπων με το χρόνο γι αυτό και τα πορτραίτα είναι φτιαγμένα με κάρβουνο κ σε λεπτομέρειες πάνω τούς πινελιές χρώματος. Δύο μεγάλες προσωπικότητες, όπως η Χασκίλ και η Νίνου, μπορεί να παραμένουν σε ασπρόμαυρη απόδοση από το φωτογραφικό υλικό που έχουμε αλλά η ψυχή τους, η φωνή τους και η ερμηνεία τους παραμένουν χρωματισμένες και αναλλοίωτες στο χρόνο." 

- Η Νίνου και η Χασκίλ, μαζί με άλλες μεγάλες φωνές του ρεμπέτικου τραγουδιού όπως η Μπέλλου και η Εσκενάζυ, θεωρήθηκαν πρωτοπόρες για την εποχή τους ξεχωρίζοντας σε ένα χώρο κατά βάση ανδροκρατούμενο. Πώς βλέπεις σήμερα τη θέση της γυναίκας στο πεδίο των τεχνών αλλά και συνολικά στο κοινωνικό γίγνεσθαι; 

Α.Μ.: "Είναι γεγονός ότι η θέση της γυναίκας στο παρελθόν ήταν υποβιβασμένη καθώς δεν είχε το δικαίωμα να συμμετέχει στα κοινά, συνεπώς ο ρόλος της σε κοινωνικό και ιστορικό επίπεδο ήταν εξαιρετικά περιορισμένος. Όσον αφορά την τέχνη της ζωγραφικής η γυναίκα έχει πρωταγωνιστήσει με ένα διαφορετικό τρόπο σε έργα των μεγάλων δημιουργών είτε ως αγία σε μεσαιωνικά έργα ή καλλονή της εποχής σε αναγεννησιακά έργα, είτε ως ρομαντική ή πιο "εσωτερική" ηρωίδα στα σύγχρονα ρεύματα. Στη μουσική πάλι, ισχύει το ίδιο. Το θέμα όμως είναι κατά πόσο υφίστατο η γυναίκα ως δημιουργός και όχι απλά ως δημιούργημα ενός άντρα καλλιτέχνη. Αναμφισβήτητα δεν γνωρίζουμε πολλές καταξιωμένες καλλιτέχνιδες στο παρελθόν και αυτό είναι το αποτέλεσμα γενικότερου υποβιβασμού του ρόλου της γυναίκας ανά τους αιώνες σε κοινωνίες καθαρά πατριαρχικές και ανδροκρατούμενες. 
Σήμερα φυσικά αυτό έχει αλλάξει λόγω των θεμελιωδών κοινωνικών αλλαγών του τελευταίου αιώνα, οι οποίες φυσικά έχουν επηρεάσει και την τέχνη. Η γυναίκα πλέον, απελευθερώνεται, εκφράζει και διεκδικεί το ζωτικό της χώρο στη δημιουργία και την αναγνώριση. Οπότε πιστεύω ότι ναι μεν υπάρχουν ακόμα κατάλοιπα σημαντικών προκαταλήψεων σχετικά με τη θέση της γυναίκας και στην τέχνη και στην κοινωνία, αλλά σίγουρα έχουν γίνει σημαντικά βήματα για να σταματήσουμε να μιλάμε πια για χώρους ανδροκρατούμενους και γυναικοκρατούμενους. Τέλος, θα ήθελα να σημειώσω ότι οι ρεμπέτισσες ήταν όντως πρωτοπόρες γιατί κινήθηκαν σε μία κατά βάση ανδροκρατούμενη εποχή όπου η γυναίκα η οποία αναφερόταν στα ρεμπέτικα τραγούδια ήταν η κλασσική μοιραία γυναίκα η οποία πλάνευε τους άντρες. Γι αυτό λοιπόν πέρα από την καλλιτεχνική τους συμβολή είναι αξιοσημείωτη και η κοινωνική τους συμβολή , η οποία συνέβαλε στη βελτίωση της θέσης της γυναίκας τις δεκαετίες που ακολούθησαν." 

- Η ρεμπέτικη μουσική, αν και είχε πάντοτε το κοινό της, τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει δυναμικά στις προτιμήσεις του κόσμου και ιδίως των νέων. Μόδα, νοσταλγία για μία εποχή που τα πράγματα ήταν πιο απλά και "αγνά" ή κάτι άλλο; 

Α.Μ.: "Κατά την άποψη μου όταν μία τάση καλλιτεχνική, φιλοσοφική ή εν προκειμένω, μουσική του παρελθόντος επανέρχεται μαζικά στο παρόν συνήθως επανέρχεται ως μόδα και αυτό γίνεται διότι η έννοια του μαζικού κατά τη γνώμη μου δεν συμβαδίζει με την έννοια της εμβάθυνσης. Άλλωστε η "μόδα" αποτελεί τη λέξη σύνθημα της εποχής μας και ειδικά η τάση για οτιδήποτε μπορεί να θεωρείται ρετρό ή vintage, οπότε εκεί έγκειται και η επιστροφή του σύγχρονου κοινού στο ρεμπέτικο. Αυτό πιστεύω ισχύει σε ένα γενικό επίπεδο αλλά όχι για όλους. Από εκεί και πέρα αν θελήσουμε να το δούμε λίγο πιο συγκεκριμένα, στον κάθε άνθρωπό είναι καθαρά υποκειμενικό και βιωματικό κριτήριο που τον οδηγεί σε κάτι και δεν μπορεί να χωρέσει σε γενικές αναλύσεις. Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος να ακούει ρεμπέτικα γιατί τον συγκινεί σε μουσικό επίπεδο, κάποιος άλλος γιατί τον συνδέουν προσωπικές μνήμες με τους παππούδες του, άλλος γιατί τον συγκινεί εκείνη η εποχή και η μουσική του δίνει το ερέθισμα να την ψάξει και κάποιος άλλος γιατί απλά τον συγκινεί χωρίς να ξέρει γιατί. Οπότε για αυτούς που απλά ακολουθούν τη μόδα είναι μόδα και για αυτούς που προσπαθούν να μην την ακολουθούν και τόσο είναι μία προσωπική ανάγκη να "καταφεύγουν" σε μουσικές, εικόνες και ιστορίες εποχών που όπως είπατε και στην ερώτηση σας όλα ήταν πιο απλά και πιο αγνά και εδώ θα συμπληρώσω και πιο αυθεντικά." 

Μαρίκα Νίνου, "Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα" από την Αγγελική Μπόμπορη
- Αρχικά και για πολλά χρόνια, το συγκεκριμένο είδος τραγουδιού αντιμετωπιζόταν ως ένας τρόπος μουσικής έκφρασης των ανθρώπων του περιθωρίου. Σήμερα, εν έτη 2017, βλέπουμε τη δημιουργική συνάντησή του με τις λεγόμενες "Καλές Τέχνες". Πώς θεωρείς ότι φτάσαμε σε αυτήν την εξέλιξη και με ποιο τρόπο επιδρούν, κατά τη γνώμη σου, τέτοιες πρωτοβουλίες στην γενικότερη αντίληψη περί τέχνης; 

A.M.: "Αν ανατρέξει κάποιος στην ιστορία του ρεμπέτικου θα διαπιστώσει ότι όντως αποτελούσε τη μουσική έκφραση της εργατικής τάξης και των κοινωνικά περιθωριακών. Το ρεμπέτικο γεννήθηκε και έζησε στα λιμάνια και στις φυλακές και όχι στα σαλόνια σε εποχές στις οποίες υπήρχε έντονη κοινωνική διαστρωμάτωση και έβριθαν από κοινωνικές ανελευθερίες , οπότε και είναι αναμενόμενο να θεωρείται "περιθωριακή μουσική". Σήμερα που οι κοινωνικές δομές έχουν αλλάξει και τα μουσικά ρεύματα στην πλειοψηφία τους έχουν βιομηχανοποιηθεί, το ρεμπέτικό έχει μπει θεωρώ στην κατηγορία των "Καλών Τεχνών" με την ταμπέλα του εναλλακτικού. Μία ρετρό μουσική τάση από το παρελθόν, η οποία ξεφεύγει από τη βιομηχανία της μουσικής και τα ευρείας κατανάλωσης προϊόντα της, οπότε μοιραία και τέχνη. Το θέμα είναι όμως ότι στο 2017 δεν πρέπει να μιλάμε για καλή και κακή τέχνη, αλλά απλά για τέχνη. Έχοντας κατακτήσει πια σε μεγάλο βαθμό την ελευθερία της έκφρασης και της καλλιτεχνικής δημιουργίας απαλλαγμένης από κοινωνικά στερεότυπα και προκαταλήψεις, πρέπει να θεωρούμε καθοριστική τη συμβολή του ρεμπέτικου σε αυτό που ονομάζουμε τέχνη. Όχι μόνο γιατί το εξετάζουμε χωρίς τους περιορισμούς που υπήρχαν στην εποχή του, αλλά γιατί κατάφερε να "κλείσει" μέσα του μία ολόκληρη εποχή, μεταβατική και ιδιαίτερα σημαντική για την σύγχρονη ελληνική κοινωνία με τρόπο απλό και αυθεντικό. Αυτό δηλαδή που «οφείλει» να κάνει η οποιαδήποτε μορφή τέχνης. Οπότε ναι όλο αυτό συνέβαλε και στο να αλλάξει η αντίληψη μας περί τέχνης." 

- Κλείνοντας, ποια πιστεύεις ότι είναι η συνεισφορά του ρεμπέτικου τραγουδιού στην διαμόρφωση της πολιτισμικής ταυτότητας του σύγχρονου Έλληνα αλλά και στην εικόνα που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του; 

Α.Μ.: "Η πολιτισμική ταυτότητα του νεοέλληνα είναι, κατά την άποψη μου, ένα ζήτημα ιδιαίτερα ρευστό και δεν ξέρω εάν μπορούμε να μιλήσουμε για συγκεκριμένη πολιτισμική ταυτότητα. Αυτό οφείλεται κυρίως στα ιστορικά γεγονότα τα οποία εκτυλίχθηκαν από την απελευθέρωση της Ελλάδας και μετά. Διαφορετικές εποχές, όπου στην κάθε μία γεννήθηκαν διαφορετικά μουσικά ρεύματα, τα οποία καθρέφτιζαν την κάθε εποχή. Και μέσα σε όλο αυτό φυσικά αναμίχθηκαν και οι ξένες επιρροές σε μία χώρα που πάλευε να βρει την ταυτότητα της πολιτισμική και μη. Φτάνοντας, λοιπόν, στα χαρακτηριστικά των σύγχρονων νεοελλήνων οι οποίοι στην πλειοψηφία τους παλεύουν να βρουν την ταυτότητά τους μέσα στην πραγματικότητα μίας χώρας που βάλλεται από την οικονομική κρίση και ταλανίζεται μεταξύ ανατολικής και δυτικής κουλτούρας χωρίς να έχει καταλήξει, θεωρώ πως το ρεμπέτικο δεν συνδέεται άμεσα με το σύγχρονο Έλληνα καθώς αντικατοπτρίζει μία εποχή που οι κοινωνικοί προβληματισμοί και ο τρόπος έκφρασής τους ήταν διαφορετικός. 
Αν, όμως, το δούμε σε μία πιο ευρεία κλίμακα επειδή η μουσική παράδοση του κάθε λαού τον ακολουθεί και τον δένει με μία μορφή εσωτερική και ίσως κάποιες φορές "μεταφυσική", μπορούμε να πούμε ότι όπως το δημοτικό τραγούδι, τα τραγούδια της Κατοχής, τα αντάρτικα και η μελοποιημένη ποίηση έτσι και στην προκειμένη περίπτωση το ρεμπέτικο συμβάλλει με έναν αδιόρατο τρόπο στην πολιτισμική ταυτότητα του σύγχρονου Έλληνα και στην εικόνα που έχει για τον εαυτό του, γιατί μπορεί να μην δύναται να ταυτιστεί με αυτόν τον τρόπο μουσικής έκφρασης απαραίτητα στην σύγχρονη εποχή, αλλά μπορεί να συνδεθεί με την ιστορία του και τις ρίζες του. Συνεπώς, δεν ξέρω αν καθορίζει την ταυτότητά μας αλλά σίγουρα αποτελεί το μουσικό μας γονίδιο."
  
* Αύριο το δεύτερο μέρος του αφιερώματος στην εικαστική έκθεση "Rebetika" με τη Ρανιώ Σαρρή να μας μιλάει για τη Σωτηρία Μπέλλου.

Κέντρο Έρευνας - Μουσείο Τσιτσάνη: Καρδίτσης 1, Τρίκαλα (Κτήριο παλαιών φυλακών)
Facebook event 

Γιάννης Στέλιος Παπαδόπουλος
Email: jskpapadopoulos@gmail.com

Related

What's hot? 7567506198317309193

Δημοσίευση σχολίου

Έχετε άποψη; Μοιραστείτε τη μαζί μας.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Σχόλια με υβριστικό και προσβλητικό περιεχόμενο θα διαγράφονται.

emo-but-icon

Recent Posts Widget

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ CHRISTIAN MOOS

ΑΡΘΡΟ CHRISTIAN MOOS
"Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αποσύρει τη δέσμη μέτρων για την προάσπιση της δημοκρατίας"

FACEBOOK

TWITTER

item