Αλλοτρ-ίωση: Ο πραγματικός ιός της εποχής
ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΗ Μαζοποίηση, οχλαγωγία, τυποποίηση… Έννοιες που ακούμε πολλάκις στην καθημερινή μας ζωή, χωρίς ουσι...
http://www.thecolumnist.gr/2020/03/blog-post_56.html
ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΗ
Μαζοποίηση, οχλαγωγία, τυποποίηση… Έννοιες που ακούμε πολλάκις στην καθημερινή μας ζωή, χωρίς ουσιαστικά να γνωρίζουμε τη βαρύτητα αυτών. Με αφορμή την επικαιρότητα και τα δυσμενή φαινόμενα που την αποτελούν, η συνειδητοποίηση όλων φαντάζει το πλέον ιδανικό φάρμακο, κάθε ιού!
Η επικρατούσα κατάσταση είναι –πράγματι- κρισιμότατη. Μυριάδες άνθρωποι χάνουν καθημερινά τη ζωή τους, χωρίς αυτό να αρκεί για να περιορίσει το τιτανομέγιστο «εγώ» μας. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης μας πληροφορούν καθημερινά για πρωτάκουστους αριθμούς θυμάτων. Ωστόσο, αντί να προστατεύσουμε τον εαυτό και τους συνανθρώπους μας, επιμένουμε στη νοσηρή καθημερινότητά μας, χωρίς διόλου ανθρωπισμό, σύνεση και ωριμότητα! Το σπίτι φαντάζει φυλακή κι ο έξω κόσμος η απελευθέρωσή της.
Είναι όμως έτσι; Μήπως η εν λόγω φυλακή, δεν είναι παρά ο ίδιος ο εαυτό μας; Ας το σκεφτούμε ορθότερα!
Από τη μια μέρα στην άλλη, η ρουτίνα μας (αυτή για την οποία τόσο πολύ παραπονιόμασταν καθημερινά) μεταβλήθηκε άρδην, με το προαναφερθέν να σημαίνει περισσότερο «ελεύθερο χρόνο», συνεπώς και περισσότερο χρόνο περισυλλογής. Ο ακατεύναστος σκεπτικισμός, που ακούσια ή εκούσια έφτασε να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ΄περιορισμένης΄ αυτής καθημερινότητας, είναι σίγουρα κάτι πρωτόγνωρο. Και ως γνωστόν, οτιδήποτε καινοτόμο τρομάζει, μια και μας απομακρύνει από το σύνηθες, την έννοια του οποίου συγχέουμε πολλές φορές ασυνείδητα ,ή και όχι, με αυτήν του ασφαλούς και του ακίνδυνου. Ό,τι μας βγάζει από τη ζώνη ασφαλείας μας φαντάζει απειλή, αφού μας υπαγορεύει δεοντολογικούς κανόνες διαλλακτικότητας, που δε συνάδουν με τη λανθασμένη πεποίθησή μας περί άνεσης. Ας αδράξουμε την ευκαιρία και ας δούμε την όλη κατάσταση πιότερο θετικά και αισιόδοξα. Το να πορεύεται κανείς σε μια δυσμενή κατάσταση δύναται να τον απαλλάξει από πολλές υποχρεώσεις, όπως είναι αυτή του σεβασμού προς τον εαυτό και , κατ’ επέκταση, προς τους άλλους.
Η όλη δυσκολία όμως έγκειται στο ότι η προαναφερθείσα υποχρέωση δεν επιβάλλεται από κάποιον κώδικα δεοντολογίας, αλλά από εμάς τους ίδιους. Οι άνθρωποι έχουν «φύσει» την ανάγκη να σκέφτονται συνετά και εις βάθος. Ωστόσο, οι ταχύτατοι ρυθμοί της καθημερινότητας τους απομακρύνουν απ’ αυτήν την έμφυτη τάση, χάριν στην οποία μπορούν και να ολοκληρωθούν ως οντότητες. Ίσως αυτός να είναι και ένας απ’ τους λόγους, των ακόρεστων επιθυμιών τους και του αισθήματος μιας αέναης έλλειψης. Η απουσία περισυλλογής και εσωτερικού μονολόγου είναι πηγή μιας πλειάδας δεινών, που δύνανται να αναδειχθούν αναίσχυντα και απροκάλυπτα, καταλαμβάνοντας και κατακυριεύοντας ολάκερο τον κόσμο. Απότοκο μιας τέτοιας έλλειψης θα μπορούσε να είναι κάλλιστα η απουσία συνείδησης, άρα και κριτικής ικανότητας. Τοιουτοτρόπως, οι άνθρωποι αποτελούν έναν ευκόλως χειραγωγήσιμο όχλο, έτοιμο να ετεροκατευθυνθεί προς εξυπηρέτηση ποικιλόμορφων συμφερόντων. Χάνουν την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα τους και καταλήγουν έρμαια της συνεχούς αναπαραγόμενης προπαγάνδας.
Οίκοθεν νοείται, πως η δύναμη της μάζας παρουσιάζει εξαιρετικά μεγάλη σημαντικότητα. Η χειραγώγηση ενός συνόλου ανθρώπων που σκέφτεται, δρα και συμπεριφέρεται ομοιότροπα, είναι σαφώς ευκολότερη, εν συγκρίσει με μια ομάδα πολυποίκιλων προσωπικοτήτων, έτοιμων να δράσουν ,συνεπώς και να αντιδράσουν, απέναντι στην καθεστηκυία τάξη, που απελπιστικά επιβάλλεται. Η πλειονότητα των ανθρώπων συγχέει τον συμβιβασμό με τη συμμόρφωση, θεωρώντας πως «καλός πολίτης» είναι εκείνος που συναινεί σε οτιδήποτε προβάλλεται ως ιδανικό, χωρίς να έχει πρωτίστως φιλτράρει τις ληφθείσες πληροφορίες , που καταλήγουν υπαγορεύσεις. Σταματά να έχει άποψη για το κοινό καλό και σταδιακά παραιτείται από το πραγματικό του χρέος, την επιδίωξη δηλαδή της συλλογικής ευρυθμίας και της επίτευξης της κοινωνικής συνοχής. Έτσι, τα άτομα χάνουν την ταυτότητά τους, γεγονός που δύναται να επιφέρει δυσμενέστατες συνέπειες, τόσο στον καθένα ξεχωριστά, όσο και σε ολάκερο το κοινωνικό σύνολο. Αυτό, με τη σειρά του, θα οδηγήσει τον άνθρωπο στην απομόνωση και θα έχει ως απότοκο την αλλοτρίωσή του. Θα τον αποξενώσει από τον ίδιο του τον εαυτό και θα τον κάνει να χάσει τα βασικά προσωπικά του χαρακτηριστικά, που έως τότε τον διαφοροποιούσαν και τον ξεχώριζαν από το σύνολο. Ίσως το άτομο να καταλήξει να ντρέπεται γι’ αυτά, βρίσκοντας ασφάλεια μόνο σε ό,τι θεωρείται κοινωνικά αποδεχτό, ασχέτως αν αυτό αρμόζει ,ή όχι, στη δική του προσωπικότητα.
Εν κατακλείδι, διόλου λίγες δεν είναι οι πιθανότητες, αυτός ο φόβος της απομόνωσης και του εγκλεισμού, να προέρχεται από την αδυναμία μας, να συνυπάρξουμε με τον εαυτό μας. Όταν το ίδιο μας το «είναι» φαντάζει απειλή ,συνεπώς και κάθε σκιαμαχία αναπόφευκτη, δεν είναι καθόλου εύκολο και ευχάριστο να πορευτούμε με αυτό. Η ουσιαστική επικοινωνία με τον εαυτό μας είναι κάτι που φαντάζει ,το λιγότερο, τρομακτικό, μια και μας καλεί να σκεφτούμε βαθύτερα και να ανατρέξουμε σε μικρές ξεχασμένες ψυχικές γωνιές, που απεγνωσμένα προσπαθούμε να ξεχάσουμε και επιδεικτικά να αγνοήσουμε. Ωστόσο, ο εσωτερικός μονόλογος είναι έξοδος και όχι αδιέξοδος. Είναι ο μόνος τρόπος να ολοκληρωθεί κανείς ως οντότητα. Κι ίσως αυτό να είναι που μας τρομάζει πιότερο. Η ολοκλήρωση. Μια και η έλλειψη αποτελούσε ανέκαθεν καταφύγιο, μέσα στο οποίο μπορούν να φωλιάσουν πάθη και δειλίες. Η αίσθηση του ανεκπλήρωτου πάντα αποτελούσε πηγή ,και πυρήνα συνάμα, ευχαρίστησης και ηδονής. Ξεχνάμε όμως, πως αυτή η ευτυχία δεν είναι παρά παροδική, έως και φαινομενική. Ας μάθουμε να μην πορευόμαστε με πρόσκαιρες ελπίδες, οι οποίες είναι ωραιοποιημένες φενάκες. Στην πραγματικότητα, η μόνη ειρκτή είναι η απομόνωση, η οποία δε σημαίνει εγκλεισμό από την κοινωνία, αλλά εγκλεισμό από τον ίδιο τον εαυτό μας!