Επι-κοινωνία: Ο πολλαπλασιασμός των ανθρωπίνων σχέσεων
ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΗ Ζούμε σε μία εποχή, που η τεχνολογία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Έννοιες ...
http://www.thecolumnist.gr/2020/07/blog-post_28.html
ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΗ
Με άλλα λόγια, πέρα απ’ την πλειάδα ευεργεσιών που δύνανται να ανακύψουν από την τηλεργασία, εξίσου σημαντικά φαντάζουν και τα δεινά αυτής. Ιδίως στις μέρες μας, που η σύναψη φιλικών –και όχι μόνο- σχέσεων έχει φτάσει να μοιάζει κάτι ουτοπικό και πρωτοφανές, η αποξένωση του ατόμου δεν αργεί να επέλθει, συνοδευόμενη από αισθήματα απομόνωσης κι απαισιοδοξίας. Δεν δίνεται στο άτομο η ευκαιρία να αναπτύξει συναδελφικές διασυνδέσεις και το χάσμα των ανθρωπίνων σχέσεων όλο και οξύνεται.
Η ανάγκη για συνεχή βελτίωση, στα πλαίσια του υγιούς ανταγωνισμού παύει να υφίσταται και το άτομο, συνήθως, δεν παρουσιάζει ψήγματα ανέλιξης, προσωπικής και κατ’ επέκταση συλλογικής. Έτσι, υποβαθμίζεται και η ποιότητα της εργασία που ο καθείς παράγει, με αυτό να επιβαρύνεται κι απ’ τον ίδιο τον περιβάλλοντα χώρο, ο οποίος συχνά αποσυγκεντρώνει τον εργαζόμενο και καθιστά ακόμη πιο δυσδιάκριτο το όριο μεταξύ εργασιακού και ελεύθερου χρόνου. Ειδικά στις περιπτώσεις που ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός σε ένα σπίτι είναι κοινός, το έργο καθίσταται ακόμη πιο δύσκολο κι απαιτητικό, δημιουργώντας επιπρόσθετα προβλήματα στα περισσότερα μέλη, που επιθυμούν την άμεση πρόσβασή τους.
Στην εν λόγω πληθώρα των δυσμενειών της τηλεργασίας, θα ήταν παράλειψη να μην υπάρξει αναφορά στην εκμετάλλευση αυτής της «αόρατης εργασίας», από μέρους του εργαζομένου, ο οποίος μπορεί ποικιλοτρόπως να αποφύγει κάποια κοπιώδη εργασία που του ανατέθηκε, βρίσκοντας κάποιο πρόσχημα, το οποίο δε δύναται να επιβεβαιωθεί απ’ τον εκάστοτε εργοδότη. Η μεγαλύτερη όμως εκμετάλλευση υφίσταται από την πλευρά των ίδιων των εργοδοτών, εις βάρος των υπαλλήλων τους, με τους τελευταίους να στερούνται βασικά θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα, όπως είναι οι αργίες. Επιπρόσθετα, η εργασία στο σπίτι μπορεί να ξεπεράσει κατά πολύ τον χρόνο που έχει συμφωνηθεί εξ’ αρχής, με αποτέλεσμα το άτομο να εργάζεται πολλές περισσότερες ώρες, άμισθα.
Εν γένει, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως από τα προαναφερθέντα, μέγιστο δεινό θεωρείται η αλλοτρίωση των ανθρώπων, ως θλιβερό συνακόλουθο της επικρατούσας εικονικής πραγματικότητας. Σε μια εποχή που η πλειονότητα των αγαθών έχει αντικατασταθεί απ’ τα τεχνολογικά επιτεύγματα και ο υλικός ευδαιμονισμός καταλαμβάνει κυρίαρχη θέση, ο πλήρης εκχυδαϊσμός βασικών πανανθρώπινων αξιών φαντάζει αναπόφευκτος. Η καταπάτηση ποικιλόμορφων αρχών είναι γεγονός και η στέρηση, όχι μόνο εργασιακών, αλλά και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνιστούν τη θλιβερά διαμορφωμένη πραγματικότητα.
Οι κοινωνικοί δεσμοί όλο και χαλαρώνουν και οι ανθρώπινες σχέσεις μοιάζουν ανίσχυρες και πλασματικές. Έτσι, η κοινωνία φτάνει να αποτελεί έναν εύκολα χειραγωγήσιμο όχλο, χωρίς διόλου κριτική ικανότητα και συλλογική συνείδηση. Το σύνολο γίνεται μάζα και ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων αρκεί για να ικανοποιήσει τις μεγαλοπρεπείς ψευδαισθήσεις όλων όσων θυσιάζουν, και εμφανώς προτιμούν, την ποσότητα, έναντι της πολυσήμαντης ποιότητας. Φτάνουμε σε σημείο να μη γνωρίζουμε τον συνάνθρωπό μας, μη έχοντας πρωτίστως γνωρίσει τον ίδιο μας τον εαυτό. Εκλογικεύουμε κάθε αδικία και αναζητούμε αενάως προσχήματα, έτσι ώστε να μην έρθουμε σε επαφή με τους συμπολίτες μας, φοβούμενοι μην ανακαλύψουμε πως βασική προϋπόθεση του προαναφερθέντος, είναι η ενδοσκόπησή μας και η ζείδωρη αυτογνωσία.
Κι έτσι, καταλήγουμε άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, σ’ ένα ατελεύτητο κυνήγι της ευτυχίας κι ένα συνεχές, και συνάμα εξαιρετικά επιβλαβές, αίσθημα, πως κάτι λείπει. Ένα φαύλος κύκλος, με εναρκτήριο λάκτισμα και «διαβήτη» αυτού, τον ίδιο μας τον εαυτό, που αρνείται πεισματικά και κατηγορηματικά ν’ ανέβει τον δυσβάσταχτο δρόμο της αυτοβελτίωσης και να έρθει σε επαφή με την πραγματικότητα, την οποία θεωρεί υποδεέστερη, εν συγκρίσει με μία άρτια και περίτεχνα σχεδιασμένη πλάνη.