Παιχνίδια εντυπώσεων σε ποδοσφαιρικό τερέν
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΡΑΒΙΑΣ Βράδυ Παρασκευής, 11 Οκτωβρίου. Την ίδια ώρα που οι κουρδικές βάσεις στη Βόρεια Συρία δέχονται τα πυρά τ...
http://www.thecolumnist.gr/2019/10/blog-post_17.html
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΡΑΒΙΑΣ
Βράδυ Παρασκευής, 11 Οκτωβρίου. Την ίδια ώρα που οι κουρδικές βάσεις στη Βόρεια Συρία δέχονται τα πυρά των τουρκικών δυνάμεων, ως αποτέλεσμα της προ ημερών εισβολής, η ποδοσφαιρική εθνική ομάδα της γείτονας χώρας υποδεχόταν στο «Σουκρού Σαράτσογλου» της Κωνσταντινούπολης την αντίστοιχη της Αλβανίας στο πλαίσιο της προκριματικής φάσης του Euro 2020. Δυο φαινομενικά διαφορετικά μεταξύ τους γεγονότα, εκ πρώτης όψεως.
Και ενδεχομένως έτσι θα ήταν, αν στο 90ο λεπτό, ο άσσος της Έβερτον, Τζεκ Τοσούν, δεν έκανε το 1-0,0 υπέρ των Τούρκων, δίνοντας έτσι μια πολύτιμη νίκη στην ομάδα του, αλλά κυρίως το έναυσμα για να ακολουθήσει η στιγμή που θα μονοπωλούσε το ενδιαφέρον, τις ειδήσεις και τα σχόλια από τα κάθε είδους Media τις επόμενες μέρες παγκοσμίως: ο πανηγυρισμός σε στυλ στρατιωτικού χαιρετισμού.
Κάτι που επαναλήφθηκε λίγες μέρες μετά, όταν οι Τούρκοι ισοφάριζαν τη Γαλλία μέσα στο Σταντ Ντε Φρανς (1-1), ενώ την εν λόγω κίνηση υιοθέτησε και ο Τούρκος αθλητής στους κρίκους, Ιμπραίμ Τσολάκ, κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου της χώρας του και μετά την χρυσού μεταλλίου στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ενόργανης γυμναστικής. Μικρή σημασία είχαν αυτά βέβαια, αφού ήρθαν ως «στήριξη» στη διεθνή κατακραυγή που ακολούθησε τα όσα έγιναν πρωτίστως στο ματς της Πόλης.
Η σημασία, αλλά και η εγγύτητα των δυο προαναφερθέντων γεγονότων της περασμένης Παρασκευής, σε αυτό που κρύβεται από πίσω. Στο ότι και τα δυο αποτελούν προϊόν της ίδιας πολιτικής. Στρατιώτες στη Συρία και ποδοσφαιριστές στα γήπεδα, ταγοί του ίδιου πολιτικού σκοπού, με στόχο να εξαπλώσουν περαιτέρω μια πολιτική ιδέα. Και να το κάνουν, όπου δίνεται η ευκαιρία και όπου «παραμονεύει» η κάμερα. Τι ευκολότερο μετά από την επίτευξη ενός γκολ;
Φαντάζει υπερβολικό; Ουδόλως. Στον γεμάτο παράλογισμό κόσμο που ζούμε, όπου καταναλώνουμε περισσότερη εικόνα απ’ ότι λέξεις, τίποτα σχεδόν δεν γίνεται τυχαία. Το παν είναι να σταλθεί το μήνυμα, ασχέτως τον παραλήπτη. Άκοπα, άμεσα, ανέξοδα. Και όλοι να μιλούν για σένα. Είτε με άσχημα λόγια είτε όχι, αρκεί πάντα να αναφέρουν εσένα, να είσαι εσύ στο επίκεντρο της κουβέντας. Καλώς ή κακώς, δείχνει και πως μετράς εκτός των άλλων, έχεις μια κάποια δυναμική.
Οι Τούρκοι παίκτες φυσικά, για να μην τα ισοπεδώνουμε όλα, όπλα δεν κρατάνε. Κυριολεκτικά, πάντα. Δεν διαφέρουν όμως πραγματικά σε τίποτα, όταν βρίσκουν την κατάλληλη αφορμή, να στείλουν ένα πολιτικό μήνυμα, δείχνοντας την στήριξη τους σε έναν πόλεμο. Θεωρητικά πάντα, ως αθλητές, (πρέπει να) προάγουν τα ιδεώδη του αθλητισμού, αποτελούν παραδείγματα για τους νέους, και έστω και ως ποδοσφαιρική ομάδα, εκπροσωπούν κάπου ένα έθνος με τον θεωρητικά καλύτερο τρόπο, αφού παλεύουν για τη νίκη, τη διάκριση. Αντί αυτού, δηλώνουν τη στήριξη τους σε έναν πόλεμο, αυτοί που θεωρητικά πάντα και πάλι, είναι πιο ανοικτοί σε άλλες κουλτούρες, σε άλλους πολιτισμούς, έχουν κατεξοχήν περισσότερες επαφές με άλλους λαούς. Άλλωστε δεν είναι περιχαρακωμένοι στα στενά όρια της Τουρκίας, ταξιδεύουν πολύ και συχνά, πολλοί εξ αυτών δεν παίζουν καν στη χώρα τους, αλλά σε πρωταθλήματα της Ευρώπης, πιθανώς και σε διασυλλογικές ευρωπαϊκές διοργανώσεις (Τσάμπιονς Λιγκ και Γιουρόπα Λιγκ, όπου πιθανόν να βρίσκουν απέναντι τους στο χόρτο ποδοσφαιριστές με καταγωγή από τη Συρία, κουρδικής καταγωγής κλπ.
Το ακόμα πιο παράδοξο είναι ότι η Τουρκία, που μετά και από το 1-1 της Τρίτης στη Γαλλία, είναι με το ενάμιση πόδι στην τελική φάση του Euro, μια πρώτης τάξης «γιορτή λαών, φυλών, πολιτισμών» - κατά την UEFA- με αφορμή το ποδόσφαιρο. Σε μια ποδοσφαιρική γιορτή, τί δουλειά έχουν οι φιλοπόλεμοι;
Nαι, ξέρω, το πρώτο και στιβαρό επιχείρημα περί διαφωνίας είναι έτοιμο. «Μα, αν δεν κάνανε τον συγκεκριμένο πανηγυρισμό-χαιρετισμό, μπορεί να είχαν λαϊκά δικαστήρια και να τους κυνηγούσαν και λοιπά». Ότι ήταν προϊόν απαίτησης εκ των άνωθεν, και δεν έγινε κατ’ επιλογήν τους. Φυσικά συμβαίνουν και αυτά. Όχι τώρα, πάντα γίνονταν. Από την εποχή της κυριαρχίας των Μουσολίνι και Χίτλερ στην Ευρώπη μέχρι και σήμερα, ο αθλητισμός και δη το ποδόσφαιρο, με την αμεσότητα που προσφέρει, έχει επιτελέσει πολλάκις τον ρόλο του πολιτικού προπαγανδιστή. Έρμαιο στα χέρια παραφρόνων και επικίνδυνων ανθρώπων, το τωρινό περιστατικό είναι ένα ακόμα που προστίθεται στη μακρά λίστα.
Προφανώς όμως, το εύκολο είναι αυτό. Οι εξαιρέσεις, δύσκολες και φυσικά λίγες. Χαρακτηριστικές, αυτών των Χακάν Σουκούρ και Ενές Καντέρ. Ο πρώτος, διάσημος επιθετικός από τη θητεία του κυρίως στη Γαλατασαράι (και μάλιστα πρώτος σκόρερ ever στην εθνική Τουρκίας), αν και αποτέλεσε μέλος του κόμματους του Ερντογάν και βουλευτής του, κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε τρομοκρατικές οργανώσεις και για τρομοκρατικές δράσεις, ενώ σε πολλούς πολιτικούς ομοϊδεάτες του ποτέ δεν άρεσε η αλβανική του καταγωγή (γι’ αυτό έχει αποτελέσει και παλιότερα στόχος και των «Γκρίζων Λύκων». Ο ίδιος, που εδώ και χρόνια ζει στις ΗΠΑ ως εξόριστος, προφανώς και σε δηλώσεις του αλλά και μέσω των social media καυτηρίασε την πράξη των Τούρκων διεθνών.
Η περίπτωση του Ενές Καντέρ, είναι ακόμα πιο πολυσυζητημένη. «Πληρώνοντας» την υποστήριξη του πολιτικά προς τον Φετουλάχ Γκιουλέν, και με την στάμπα του Γκιουλενιστή να τον κατατρέχει χρόνια τώρα, ο παίκτης των Μπόστον Σέλτικς έχει απαγόρευση εισόδου στην Τουρκία, η ίδια του η οικογένεια του τον έχει αποκηρύξει δημόσια, ενώ μάλιστα εκκρεμεί και ένταλμα σύλληψης του: ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, δεν ταξίδεψε πρόσφατα στο Λονδίνο, για φιλικό ματς της ομάδας του.
Το να είσαι στους… απέναντι και να σηκώνεις ανάστημα, πάντα θα είναι το σπάνιο, όταν μάλιστα το προσωπικό κόστος (αθλητικό και μη) είναι τόσο μεγάλο…
Χρήστος Γραβιάς