Δημήτρης Παπαδημούλης: "Δυναμική συμμαχιών του ΣΥΡΙΖΑ με Σοσιαλιστές και Πράσινους στην Ευρώπη"
Σε μία επίκαιρη διαδικτυακή πολιτική συζήτηση με θέμα «Ο ΣΥΡΙΖΑ στις νέες συνθήκες. Με ποιο πρόγραμμα; Με ποιες συμμαχίες; Με ποιο κίν...
http://www.thecolumnist.gr/2020/05/blog-post_23.html
Σε μία επίκαιρη διαδικτυακή πολιτική συζήτηση με θέμα «Ο ΣΥΡΙΖΑ στις νέες συνθήκες. Με ποιο πρόγραμμα; Με ποιες συμμαχίες; Με ποιο κίνημα; Και πώς;» συμμετείχε ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Δημήτρης Παπαδημούλης.
Τη συζήτηση-εκδήλωση διοργάνωσε η Πρωτοβουλία μελών ΣΥΡΙΖΑ Βόρειας Αθήνας και η Κίνηση Ανατολικής Αττικής για Δημοκρατικό και Αριστερό ΣΥΡΙΖΑ και συμμετείχαν οι: Δημήτρης Βίτσας, Νίκος Βούτσης, Σπύρος Δανέλλης, Γιάννης Δραγασάκης, Δημήτρης Παπαδημούλης, Ράνια Σβίγκου και ο γραμματέας της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, Σωτήρης Αλεξίου. Συντονίστρια της συζήτησης ήταν η Πέγκυ Δημητρακοπούλου.
Στην τοποθέτησή του ο Δημήτρης Παπαδημούλης ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής:
Θέλουμε ένα κόμμα της Αριστεράς, το οποίο να καταφέρει να είναι ο κορμός μιας νέας κοινωνικής πλειοψηφίας και της ευρύτερης Προοδευτικής Παράταξης
Από το σταθερό έδαφος της σύγχρονης Αριστεράς που έχει και κυβερνητικό ορίζοντα, θέλουμε ένα κόμμα αριστερό, το οποίο να ενισχύει τους δεσμούς του με τους Πράσινους και τους Σοσιαλιστές – ιδιαίτερα αυτούς που «ξεκολλάνε» από τον νεοφιλελευθερισμό και την Δεξιά. Με αυτή την πολιτική στο Ευρωκοινοβούλιο τα προηγούμενα χρόνια ανοίξαμε δρόμους και δημιουργήσαμε την Προοδευτική Συμμαχία στο Ευρωκοινοβούλιο -κάποια χρόνια πριν την δημιουργήσουμε στην Ελλάδα.
Η προστιθέμενη αξία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ως κόμμα της Αριστεράς έχει αναπτύξει μια δυναμική συμμαχιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο – κάτι το οποίο επιδιώκουμε και σε εθνικό επίπεδο.
Εάν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα μαζικό κόμμα της Αριστεράς ανοιχτό στις συμμαχίες, πρέπει να αποφύγουμε απολίτικες διακρίσεις περί “παλιών και καινούριων” ή αντιθέσεις με βάση τις προελεύσεις και να επενδύσουμε στον διάλογο, τη δημοκρατία, την ενίσχυση της συλλογικότητας και της συντροφικότητας, των συνθέσεων και της τήρησης των κανόνων.
Απέναντι στους κινδύνους που ελλοχεύουν και μπροστά στις ανάγκες που ανακύπτουν μέσα από την κρίση του κορονοϊού, πρέπει να επεξεργαστούμε και να επικοινωνήσουμε ακόμα περισσότερο την θέση μας για μια δημοκρατική, κοινωνική εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Μέσα από την κρίση του κορονοϊού προκύπτουν δυνατότητες που ανακύπτουν ως ανάγκες, όπως είναι η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, ο ρόλος του κοινωνικού κράτους ή η ρυθμιστική παρέμβαση του κράτους στην οικονομία.
Ωστόσο, υπάρχουν και κίνδυνοι: Παρατηρούμε ήδη μια υποχώρηση της συλλογικότητας – ο φόβος και η ανασφάλεια τροφοδοτεί ευκολότερα συντηρητικές συμπεριφορές, παρά προοδευτικές αντιδράσεις. Βλέπουμε ήδη μία δυναμική διεύρυνσης των ανισοτήτων μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, των μισθωτών και των επιχειρήσεων. Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος για μια μονιμότερη συρρίκνωση της δημοκρατίας στο όνομα της αντιμετώπισης του υγειονομικού κινδύνου.
Η καθυστερημένη και ανεπαρκής απάντηση της ευρωπαϊκής ηγεσίας στην αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού θα οξύνει ακόμα περισσότερο τις ανισότητες και τις εσωτερικές ασυμμετρίες μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα προκαλέσει επίσης φυγόκεντρες τάσεις και μια υπαρξιακή κρίση για το ίδιο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα με τροφοδότηση της αντι-ευρωπαϊκής άκρας Δεξιάς.
Από την πλευρά μας, οφείλουμε να επικοινωνήσουμε με ακόμα πιο πειστικό τρόπο την ανάγκη για μια πιο δημοκρατική, αλληλέγγυα και κοινωνικά δίκαιη Ευρώπη.
Όταν έχεις στο κέντρο της Ευρώπης έναν δικτάτορα, όπως ο Ορμπάν, ή βρίσκεσαι μπροστά στον κίνδυνο της κλιματικής αλλαγής πρέπει να αναζητήσεις συμμαχίες
Ως κόμμα της Αριστεράς που επιδιώκει συμμαχίες, θα χρειαστεί να κάνουμε ακόμα ευρύτερες συμμαχίες και από αυτό που ονομάζουμε προοδευτικές δυνάμεις. Με μία λογική ομόκεντρων κύκλων: Στενότερες προοδευτικές συμμαχίες όταν μιλάμε για την οικονομία και την κοινωνία και ευρύτερες συμμαχίες όταν μιλάμε για την δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την αντιμετώπιση του προσφυγικού και την κλιματική κρίση.
Στην Ελλάδα έχουμε μία κυβέρνηση που βλέπει την κρίση ως ευκαιρία για να φορτώσει την κρίση στις πλάτες των πιο αδύναμων και την ίδια ώρα να κάνει πάρτυ σε βάρος των πολλών και υπέρ των λίγων και των πελατειακών της δικτύων
Η θετική στάση που κράτησε ο ΣΥΡΙΖΑ στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης αποτελεί υποθήκη έναντι της οξείας οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που έρχεται. Κι εκεί ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι έτοιμος με συγκεκριμένες προτάσεις και στοχευμένες δράσεις για να εκπροσωπήσει τους κοινωνικά ασθενέστερους και αποκλεισμένους, αλλά και όσους πλήττονται από την πολιτική της ΝΔ.
Δική μας πρώτη προτεραιότητα ενόψει όχι μόνο του συνεδρίου αλλά και της πολιτικής συγκυρίας, είναι το πρόγραμμα του κόμματος. Ένα επικαιροποιημένο πρόγραμμα που θα συνδυάζει την οραματική προσέγγιση για το μέλλον με συγκεκριμένες, άμεσα εφαρμόσιμες προτάσεις, αποτελώντας το βασικό εργαλείο αξιακής, αριστερής, προγραμματικής αντιπολίτευσης που θα στηλιτεύει τα σκάνδαλα όπου υπάρχουν.
Στόχος μας είναι να αυξήσουμε τον πλούτο που παράγεται και να τον μοιράζουμε δικαιότερα – Δεν αρκούμαστε στο να μοιράζουμε δικαιότερα κάτι που είναι μικρό και θα συρρικνωθεί πολύ γρήγορα με την κρίση του κορονοϊού. Το πρόγραμμά μας θα πρέπει να συνδυάζει το οραματικό με το άμεσο, να είναι τεκμηριωμένο, πειστικό και μέσα από αυτό να κοιτάμε και πώς θα μπορούμε να διορθώσουμε αδυναμίες
Με στόχο να ξαναγίνουμε ο κορμός της επόμενης κυβέρνησης, η πρώτη προτεραιότητά μας στην πορεία προς το συνέδριο είναι το πρόγραμμά μας. Για να επιδιώξουμε και να οργανώσουμε συμμαχίες και για να ξανακερδίσουμε και να πείσουμε περισσότερο κόσμο.
Να χρησιμοποιήσουμε το πρόγραμμα, ως παγοθραυστικό για να ρηγματώσουμε αυτό το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, το οποίο καλλιεργήθηκε συστηματικά στα χρόνια της διακυβέρνησής μας από τη ΝΔ και τους “πρόθυμους” συμμάχους της στη βάση μιας αντι-ΣΥΡΙΖΑ πολεμικής και υστερίας.
Στο πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης πρέπει να δούμε και πέρα από την “μονοκαλλιέργεια του τουρισμού” – για την πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή, για την ψηφιοποίηση και τον εκσυγχρονισμό του κράτους, για νέους τομείς, καθώς και για τις κλαδικές πολιτικές.