Εγκλεισ-μόνοι κι εγ-κλεισμένοι στον εαυτό μας
ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΗ Είναι πλέον γεγονός, ότι ολάκερος ο κόσμος ταλανίζεται, συν τοις άλλοις, από έναν ιό πανδημικής έ...
http://www.thecolumnist.gr/2020/08/blog-post_81.html
ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΗ
Είναι πλέον γεγονός, ότι ολάκερος ο κόσμος ταλανίζεται, συν τοις άλλοις, από έναν ιό πανδημικής έκφανσης. Το ενδεχόμενο ενός δεύτερου εγκλεισμού τρεμοπαίζει στις σκέψεις πολλών. Ο φόβος ενός τέτοιου ενδεχομένου φωλιάζει βάναυσα και απειλητικά εντός τους και η επιστροφή στην καραντίνα είναι κάτι που η πλειονότητα των ατόμων, αν όχι όλοι, επιθυμούν να αποτρέψουν. Αναμφιβόλως, το καθαυτό πρόβλημα του ιού αρκεί από μόνο του να αιτιολογήσει τον μεγάλο τρόμο απέναντι στην επικρατούσα δυσμένεια, καθώς και η ίδια η απομόνωση, που από μόνη της φαντάζει εξαιρετικά δυσάρεστη. Ωστόσο, αν το εξετάσουμε βαθύτερα, μπορούμε να εστιάσουμε σε κάποια πιο σύνθετα αίτια, τα οποία, ως έναν αρκετά μεγάλο βαθμό, ευθύνονται για την έντονη σύγχυση που μας προκαλεί το θλιβερό ενδεχόμενο ενός επερχόμενου εγκλεισμού.
Στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, που όλα περιστρέφονται γύρω απ’ την κερδοσκοπία και το χρησιμοθηρικό πνεύμα ανεμίζει αναισχύντως τα ζοφερά πανιά του, οι άνθρωποι δείχνουν αποξενωμένοι κι αποκομμένοι απ’ την πραγματικότητα. Τα πάντα φαντάζουν εικονικά κι η ενδοσκόπηση αποτελεί κάτι το ουτοπικό, που οι περισσότεροι αποφεύγουν. Σε μια ατμόσφαιρα γεμάτη καλοφτιαγμένα ψέματα και ωραιοποιημένες καταστάσεις, οποιαδήποτε επαφή με την πραγματικότητα μοιάζει απειλητική. Έτσι, στην περίπτωση που οι άνθρωποι κληθούν να φύγουν απ’ τους γρήγορους κι απαιτητικούς ρυθμούς της καθημερινότητάς τους, θα μπουν στη διαδικασία να έρθουν αντιμέτωποι με τη δική τους αλήθεια, πράγμα που δε συνάδει με την έως τώρα εικονική πραγματικότητα, εντός της οποίας πορεύονταν με απελπιστική και συνάμα τόσο δυσάρεστη κανονικότητα. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα προξενήσει τεράστια σύγχυση κι αμηχανία, τα οποία με τη σειρά τους θα φέρουν τον φόβο και τη δυσφορία. Αυτό που φοβούνται οι άνθρωποι δεν είναι παρά ο ίδιος ο εαυτός τους. Είναι ασυγκρίτως επώδυνο να έρχεται κανείς σε επαφή με τα ζωώδη ένστικτά του και με επιθυμίες, που πιθανότατα δεν αρμόζουν στις κοινωνικές νόρμες, που μας περιτριγυρίζουν. Δημιουργείται μια μεγάλη αντίφαση, ανάμεσα στο «εκείνο» και το «υπερεγώ», που ο άνθρωπος τις περισσότερες φορές αρνείται να διαχειριστεί και, κατ’ επέκταση, ν’ αντιμετωπίσει. Έτσι, προκειμένου να μην υποβληθεί στη βαναυσότητα μιας τέτοιας διαδικασίας, προτιμά να ενασχολείται με ανούσια, ή και όχι, πράγματα, αποφεύγοντας κατηγορηματικά την όποια επαφή με την αλήθεια των πραγμάτων και την πολυπόθητη αυτογνωσία.
Το να φτάνει κανείς τα παρατηρεί, όσο πιο αντικειμενικά γίνεται, τον εαυτό του, χαρακτηρίζεται από πολλούς ακατόρθωτο. Ωστόσο, ο προαναφερθείς χαρακτηρισμός δεν αποτελεί παρά μια δικαιολογία, για να μην υποβληθούμε στη διαδικασία της ενδοσκόπησης. Πράγματι, όσο πιο βαθιά σκάψει κανείς εντός του, τόσο πιο δύσκολη κι επώδυνη καθίσταται η εν λόγω διαδικασία. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν είναι κάτι ουτοπικό και, συν τοις άλλοις, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση προόδου και ουσιαστικής ανάπτυξης, σε ατομικό και, κατ’ επέκταση, συλλογικό επίπεδο. Η αυτογνωσία είναι το πλέον αρμόζον «όπλο», ώστε να πολεμήσει κανείς τα επικρατούντα αληθοφανή ψεύδη και τη γενικότερη κι ευρύτερη πλάνη, που στέκεται τροχοπέδη σε οποιαδήποτε μορφή ανάπτυξης πρόκειται να επέλθει. Ένα άτομο που δεν τα έχει βρει με τον εαυτό του, ή δεν προσπαθεί διόλου γι’ αυτό, δε δύναται να συνάψει ουσιαστικές σχέσεις με τους συνανθρώπους του. Καθείς που δεν αντέχει την επαφή με τον ίδιο του τον εαυτό, δεν είναι σε θέση να ανεχτεί την επικοινωνία με συνανθρώπους του. Πώς θα αντέξει τα ελαττώματα, καθώς και τα προτερήματα, της εκάστοτε προσωπικότητας, από τη στιγμή και που δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσει την πλειάδα των δικών του, προσωπικών χαρακτηριστικών; Είναι αντιφατικό!
Όση καλή διάθεση και θέληση κι αν υπάρχει, η αυτογνωσία θεωρείται ύψιστη αρετή και «εισιτήριο», για τις ανθρώπινες συναναστροφές. Ένας άνθρωπος που αδιαφορεί για την εσωτερική του ισορροπία, δεν είναι εύκολο να επιφέρει ευδαιμονία κι αρμονία στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Τα πάντα ξεκινούν από μέσα μας. Όσο πιο νωρίς το συνειδητοποιήσουμε, τόσο πιο γρήγορα και άμεσα θα είναι τα αποτελέσματα και τα ευεργετήματα που θα αποκομίσουμε απ’ αυτό. Άλλωστε, η συλλογική ευρυθμία αποτελεί λογική απόρροια εσωτερικής ισορροπίας, μια και η καθαυτή κοινωνία συνίσταται από μονάδες, που με έναν απλό αναγραμματισμό μετατρέπονται σε «νομάδες-ομάδες» μετακινούμενες ανά την επικράτεια των συνεχών εξελίξεων και της προόδου.
Συμπερασματικά, θα μπορούσε κανείς να πει, ότι πέρα από την καθαυτή δυσμένεια της πανδημίας, ο πραγματικός ιός που μας ταλανίζει, ιδίως τα τελευταία χρόνια, είναι η αλλοτρ-ίωση. Είμαστε αποξενωμένοι κι αποκομμένοι απ’ την πραγματική υπόσταση των γεγονότων και ζούμε σε ζωές υπαγορευμένες από άλλους, οι οποίοι θεωρούνται κοινωνικά, και κατ’ επέκταση οικονομικά, ισχυρότεροι, με το τελευταίο να τους δίνει το «δικαίωμα» πρόσβασης στην ιδιωτικότητά μας και πλήρους ελέγχου των προσωπικοτήτων μας. Κάτι τέτοιο είναι το λιγότερο παρεμβατικό, άδικο και μη ωφέλιμο και, όπως είναι προφανές, εμποδίζει την ύψιστη αρετή της ευδαιμονίας.
Αυτό που χρειάζεται είναι να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, να έρθουμε αντιμέτωποι με καθετί που μας τρομάζει και, φυσικά, να μην πορευόμαστε στη δυσκολία των «μη ευνοϊκών συνθηκών». Ας μην ξεχνάμε, ότι εμείς οι ίδιοι διαμορφώνουμε τις συνθήκες κι οποιαδήποτε έκφανση συμβιβασμού στην «ατυχία των καιρών», δεν αποτελεί παρά μια φθηνή κι αναισχύντως λυπηρή δικαιολογία για δράση, προσπάθεια και αλλαγή.
Εν κατακλείδι, άξια αναφοράς φαντάζει η υπενθύμιση: «Η αλλαγή δεν έρχεται ούτε από τις μάζες, ούτε από τις κοινωνικές νόρμες των συντηρητικών καταλοίπων. Η αλλαγή έρχεται απ’ τους λίγους. Από μια χούφτα ανθρώπους που αντιστέκεται στις κοινότυπες κι αληθοφανείς ερμηνείες. Από ένα μειοψηφικό σύνολο, που είναι έτοιμο να αντιδράσει, άρα και να δράσει, σε οτιδήποτε καταπατά τη δικαιοσύνη και την αλήθεια». Με στόχο λοιπόν την ευρύτερη βελτίωση του κόσμου, ας ψάξουμε όλοι βαθύτερα στα πιο κρυφά μας εσωτερικά μονοπάτια, έτσι ώστε να φέρουμε στο φως την πολυπόθητη αλήθεια.
Κωνσταντίνα Αρχοντούλη