Νέα εποχή για τη φορολογία των εταιρειών στην ΕΕ
Νέοι, ρηξικέλευθοι κανόνες της ΕΕ τέθηκαν σε ισχύ, με τη θέσπιση ελάχιστου συντελεστή πραγματικής φορολόγησης 15 % για τις πολυεθνικές εταιρ...
http://www.thecolumnist.gr/2024/01/blog-post_88.html
Νέοι, ρηξικέλευθοι κανόνες της ΕΕ τέθηκαν σε ισχύ, με τη θέσπιση ελάχιστου συντελεστή πραγματικής φορολόγησης 15 % για τις πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στα κράτη μέλη της ΕΕ.
Το πλαίσιο θα προσδώσει περισσότερη δικαιοσύνη και μεγαλύτερη σταθερότητα στο φορολογικό τοπίο στην ΕΕ και παγκοσμίως, ενώ παράλληλα θα το εκσυγχρονίσει και θα το προσαρμόσει καλύτερα στον σημερινό παγκοσμιοποιημένο ψηφιακό κόσμο. Η θέση σε ισχύ των κανόνων ελάχιστης πραγματικής φορολόγησης, που συμφωνήθηκαν ομόφωνα από τα κράτη μέλη το 2022, επισημοποιεί την εφαρμογή από την ΕΕ των λεγόμενων κανόνων του «πυλώνα 2», οι οποίοι εγκρίθηκαν στο πλαίσιο της παγκόσμιας συμφωνίας για τη διεθνή φορολογική μεταρρύθμιση το 2021.
Παγκοσμίως, σχεδόν 140 δικαιοδοσίες έχουν πλέον προσχωρήσει στους εν λόγω κανόνες, όμως η ΕΕ υπήρξε πρωτοπόρος όσον αφορά τη μετουσίωσή τους σε δεσμευτικό δίκαιο. Μειώνοντας τα κίνητρα των επιχειρήσεων να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε δικαιοδοσίες με χαμηλή φορολογία, ο πυλώνας 2 περιορίζει τον λεγόμενο «ανταγωνισμό προς τα κάτω» — δηλαδή τη μάχη μεταξύ των χωρών για μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών προκειμένου να προσελκύουν επενδύσεις. Έχουν ήδη υπάρξει αποτελέσματα, καθώς ορισμένες δικαιοδοσίες με μηδενική φορολογία ανακοίνωσαν τη θέσπιση φόρου εισοδήματος εταιρειών για τις εταιρείες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων.
Πιο αναλυτικά
Οι κανόνες θα διέπουν τους πολυεθνικούς ομίλους επιχειρήσεων και τους εγχώριους ομίλους μεγάλης κλίμακας στην ΕΕ, με συνδυασμένα χρηματοοικονομικά έσοδα άνω των 750 εκατ. ευρώ ετησίως. Θα εφαρμόζονται σε κάθε μεγάλο όμιλο, εγχώριο και διεθνή, με μητρική ή θυγατρική εταιρεία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος της ΕΕ.
Η οδηγία περιλαμβάνει ένα κοινό σύνολο κανόνων σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού και εφαρμογής του οφειλόμενου «συμπληρωματικού» φόρου σε μια συγκεκριμένη χώρα σε περίπτωση που ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής είναι κάτω του 15 %. Εάν μια θυγατρική εταιρεία δεν φορολογείται με τον ελάχιστο πραγματικό συντελεστή στην ξένη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη, το κράτος μέλος της μητρικής εταιρείας εφαρμόζει επίσης συμπληρωματικό φόρο στη μητρική. Επιπλέον, η οδηγία διασφαλίζει την αποτελεσματική φορολόγηση σε περιπτώσεις που η μητρική εταιρεία βρίσκεται εκτός της ΕΕ, σε χώρα με χαμηλή φορολογία η οποία δεν εφαρμόζει ισοδύναμους κανόνες.
Με αυτή την ιστορική νομοθετική πράξη, εκπληρώνεται η δέσμευση της ΕΕ να είναι μεταξύ των πρώτων που θα εφαρμόσουν την φορολογική μεταρρύθμιση του ΟΟΣΑ. Η εξασφάλιση ενός παγκόσμιου ελάχιστου επιπέδου φορολογίας όσον αφορά την ελάχιστη φορολογία των εταιρειών είναι ένας από τους δύο άξονες εργασίας της παγκόσμιας συμφωνίας του ΟΟΣΑ (πυλώνας 2) — ο άλλος είναι η μερική ανακατανομή των φορολογικών δικαιωμάτων (πυλώνας 1).
Βάσει του τελευταίου, θα προσαρμοστούν οι διεθνείς κανόνες σχετικά με τον τρόπο επιμερισμού της φορολογίας των εταιρικών κερδών των μεγαλύτερων και πλέον κερδοφόρων πολυεθνικών εταιρειών μεταξύ των χωρών, ώστε να αντικατοπτρίζεται η μεταβαλλόμενη φύση των επιχειρηματικών μοντέλων και η ικανότητα των εταιρειών να δραστηριοποιούνται χωρίς φυσική παρουσία.
Όπως τόνισε ο αρμόδιος Επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι, "Με το νέο αυτό έτος ξημερώνει μια νέα εποχή για τη φορολόγηση των μεγάλων πολυεθνικών. Η θέση σε ισχύ αυτής της ιστορικής μεταρρύθμισης στην Ευρώπη και σε δικαιοδοσίες ανά τον κόσμο σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα προς ένα δικαιότερο σύστημα φορολόγησης των εταιρειών. Μειώνοντας τα κίνητρα για τις επιχειρήσεις να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε δικαιοδοσίες με χαμηλή φορολογία, οι νέοι κανόνες θα συμβάλουν στον περιορισμό του λεγόμενου «ανταγωνισμού προς τα κάτω» όσον αφορά τους συντελεστές φορολογίας των εταιρειών στην ΕΕ και παγκοσμίως. Καλώ όλους όσους υπέγραψαν την παγκόσμια φορολογική συμφωνία να κάνουν τα λόγια τους πράξη και να θέσουν άμεσα σε εφαρμογή αυτή τη βασική μεταρρύθμιση, η οποία έχει τη δυνατότητα να αποφέρει επιπλέον 220 δισ. δολάρια ετησίως και να βοηθήσει χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο να χρηματοδοτήσουν κρίσιμες επενδύσεις και δημόσιες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας."