Αυτό που οι Άγγλοι αποκαλούν "boss"
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΑΡΟΛΟΣ ΑΝΓΚΙΝΓ Εδώ και ένα χρόνο, λείπει από το ποδοσφαιρικό σύμπαν και πολύ περισσότερο από το Μάντσεστερ μια σεβάσμι...
http://www.thecolumnist.gr/2014/08/boss.html
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΑΡΟΛΟΣ ΑΝΓΚΙΝΓ
Εδώ και ένα χρόνο, λείπει από το ποδοσφαιρικό σύμπαν και πολύ περισσότερο από το Μάντσεστερ μια σεβάσμια φιγούρα. Εκείνου του τύπου με το μακρύ παλτό και την τσίχλα στο στόμα, που για 26 χρόνια υπηρέτησε πιστά έναν απ' τους ιστορικότερους και πιο απαιτητικούς ποδοσφαιρικούς πάγκους του πλανήτη, των "κόκκινων διαβόλων". Ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον είπε πέρσι το μεγάλο αντίο στην ποδοσφαιρική μηχανή που έφτιαξε, δίνοντας τα κλειδιά στον Ντέιβιντ Μόγιες. Η επιλογή αυτή σχολιάστηκε έντονα από την πρώτη, κιόλας, στιγμή και, όπως αποδείχτηκε τους επόμενους μήνες, όχι άδικα. Το πέρασμα του Μόγιες απ' την "ηλεκτρική" καρέκλα της Γιουνάιτεντ έμελε να είναι εξαιρετικά σύντομο και η σύγχρονη δυνάστρια του αγγλικού ποδοσφαίρου κατρακύλησε, εν τέλει, στην 7η θέση της βαθμολογίας και έμεινε εκτός Ευρώπης!
Έχοντας δουλέψει 4 χρόνια στην Πρέστον Νορθ Εντ κι άλλα 11 στην Έβερτον, ο Μόγιες δεν είχε ιδέα τι σημαίνει να βρίσκεσαι στο πόστο του προπονητή σε μια ομάδα όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Στην Έβερτον η 7η θέση θα μπορούσε να θεωρηθεί -υπό προϋποθέσεις- σχετική επιτυχία, όμως στο Ολντ Τράφορντ είναι όλοι συνηθισμένοι στα τρόπαια (επί Σερ Άλεξ η ομάδα κέρδισε 38). Το βάρος στους ώμους του αποδείχτηκε δυσβάσταχτο και η πορεία ήταν διαγεγραμμένη. Έμενε, απλά, να γνωστοποιηθεί το πότε θα λάμβανε τέλος το πέρασμά του απ' τους κόκκινους διαβόλους. Ο Μόγιες απολύθηκε τον περασμένο Απρίλιο, με τη σημαία της Γιουνάιτεντ, Ράιαν Γκιγκς, ν' αναλαμβάνει προσωρινά χρέη παίχτη-προπονητή.
Ο άνθρωπος τον οποίο εμπιστεύθηκε, τελικά, η διοίκηση ήδη από τις 19 Μαΐου του 2014 για τη θέση την επόμενη σεζόν δεν είναι τυχαίος, ούτε χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις στους ποδοσφαιρόφιλους. Το όνομα Λουίς Φαν Χάαλ στους περισσότερους αρκεί.
Η αναγνώριση στον Άγιαξ, το ταξίδι στη Βαρκελώνη, η εθνική και η πρώτη γεύση από Γιουνάιτεντ
Προπονητής του Άγιαξ απ' το 1991 ως το 1997, σήκωσε τρία πρωταθλήματα Ολλανδίας, ένα κύπελλο Ουέφα το 1992 και, φυσικά, το Τσάμπιονς Λιγκ το 1995 χάρη στο γκολ του Κλάιφερτ στον τελικό απέναντι στη Μίλαν. Σήκωσε και το ευρωπαϊκό σούπερ καπ και το διηπειρωτικό κύπελλο. Το 1996 έφτασε και πάλι στον τελικό (στα ημιτελικά είχε συναντήσει τον Παναθηναϊκό, απ' τον οποίο και ηττήθηκε στον πρώτο αγώνα με 0-1 στο Άμστερνταμ χάρη στο αλησμόνητο γκολ του Βαζέχα), αλλά ηττήθηκε από τη Γιουβέντους του Βιάλι στο Ολύμπικο. Ο ποδοσφαιρικός πλανήτης τον αναγνώριζε και η πρόκληση δεν άργησε να έρθει. Επόμενος σταθμός στην καριέρα του ήταν η Μπαρτσελόνα, όπου κατέκτησε δύο πρωταθλήματα Ισπανίας κι ένα κύπελλο. Τότε ήταν που ξεκίνησε η πρώτη φάση της διαμάχης του με τον Ριβάλντο. Το 2000 έκατσε για πρώτη φορά στον πάγκο της εθνικής Ολλανδίας, η οποία απέτυχε να προκριθεί στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 καθώς ηττήθηκε με 1-0 στο Δουβλίνο από τη Βόρειο Ιρλανδία. Ο Φαν Χάαλ αντικαταστάθηκε από τον Ντικ Άντβοκαατ και τότε ήταν που φημολογήθηκε ότι, μιας και άνεργος τότε, θ' αντικαθιστούσε τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον στον πάγκο της Γιουνάιτεντ. Ο Σκωτσέζος είχε ισχυριστεί ότι θα αποσύρονταν από την προπονητική εκείνη τη χρονιά, άλλαξε, όμως, την απόφασή του και ο Ολλανδός δεν πήγε στο Ολντ Τράφορντ.
Η επιστροφή στη Βαρκελώνη, η κόντρα με τον Ριβάλντο και η Άλκμααρ
Το 2002 σηματοδότηση την επιστροφή του Φαν Χάαλ στην Μπαρτσελόνα. Έμεινε, όμως, λιγότερο από ένα χρόνο, καθώς παρά τις δέκα συνεχόμενες νίκες στο Τσάμπιονς Λιγκ, επίδοση που ισοφάρισε προηγούμενο ρεκόρ, στο πρωτάθλημα οι Καταλανοί τα έβρισκαν σκούρα (μόλις 4 νίκες στα πρώτα 11 ματς) και, επιπλέον, οι μεταγραφές του (κυρίως Ένκε, Μεντιέτα και Ρικέλμε) απογοήτευσαν πλήρως. Ο Ρικέλμε είχε λάβει το προσκλητήριο για το Καμπ Νου με σκοπό ν' αντικαταστήσει τον Ριβάλντο, καθώς η δεύτερη θητεία του Φαν Χάαλ σήμαινε και τη δεύτερη φάση της διαμάχης του με τον Βραζιλιάνο. Ο Ρίμπο δήλωσε, τότε, ότι ο Φαν Χάαλ ήταν η κύρια αιτία της αποχώρησής του απ' την ομάδα, όμως ο Ολλανδός δεν το άφησε να πέσει κάτω και απάντησε ότι η Μπαρτσελόνα τον "έδιωξε" επειδή δεν ήταν αρκετά αφοσιωμένος στη δουλειά του, κατηγορώντας τον, παράλληλα, ότι τον ενδιέφερε περισσότερο να βγάζει χρήματα, παρά να παίζει ποδόσφαιρο. Ο Ριβάλντο, τελικά, κατέληξε στη Μίλαν, με την οποία και σήκωσε το Τσάμπιονς Λιγκ εκείνης της χρονιάς, επικρατώντας στα πέναλτι της Γιουβέντους στον τελικό του Ολντ Τράφορντ. Η επόμενη ομάδα στην επόμενη ο Φαν Χάαλ εργάστηκε ως προπονητής (γιατί έκανε ένα σύντομο πέρασμα απ' τον Άγιαξ το 2004 ως τεχνικός διευθυντής - απ' όπου και πάλι έφυγε λόγω κόντρας, αυτή τη φορά με τον Κούμαν) ήταν η Άλκμααρ. Τη σεζόν 2005-2006 ήρθε 2η στο πρωτάθλημα και την επόμενη 3η, ενώ παράλληλα έπαιξε και στον τελικό του κυπέλλου Ολλανδίας. Τη χρονιά 2007-2008 ηττήθηκε στα πλέι οφ του Τσ. Λιγκ απ' τον Άγιαξ. Στο πρωτάθλημα τερμάτισε 11η και ο Φαν Χάαλ είχε ανακοινώσει ότι θα έφευγε. Όμως, οι παίχτες του ζήτησαν να παραμείνει κι εκείνος είπε το ναι. Την επόμενη χρονιά στέφθηκαν πρωταθλητές, έχοντας σερί 28 παιχνιδιών χωρίς ήττα.
Ξαναφέρνοντας την Μπάγερν Μονάχου στο ευρωπαϊκό προσκήνιο
Οι καμπάνες απ' το Αλλιάνζ Αρένα δεν άργησαν να ηχήσουν. Την 1 Ιουλίου του 2009, ο Φαν Χάαλ υπέγραφε το συμβόλαιο που του είχε προσφέρει η Μπάγερν Μονάχου, την οποία και χαρακτήρισε ομάδα-όνειρο. Αυτός ήταν κι ο άνθρωπος που έφερε στο Μόναχο τον Άριεν Ρόμπεν από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Κάθε αρχή και δύσκολη, λένε. Αυτό ίσχυσε και σε αυτήν την περίπτωση, καθώς ο Φαν Χάαλ στα πρώτα του 4 ματς ως προπονητής της Μπάγερν, κέρδισε μόνο το ένα. Η κριτική ήταν οξεία και αρκετοί έλεγαν ότι σύντομα θ' αποτελούσε παρελθόν. Ο ίδιος, όμως, επέμενε στο πλάνο του και τόνιζε ότι η ομάδα χρειαζόταν χρόνο για να βγάλει στο χορτάρι αυτά τα οποία εκείνος ήθελε. Μίλερ και Μπαντστούμπερ πήραν χρόνο συμμετοχής στην αρχική ενδεκάδα λόγω του Ολλανδού. Αυτός ευθύνεται και για τη μετατροπή του Μπάστιαν Σβαϊστάινγκερ από ακραίος μέσος σε αμυντικό χαφ. Δε θα μπορούσε, πάντως, να υπάρξει θητεία του Φαν Χάαλ σε μεγάλη ομάδα και να μη δημιουργηθεί κόντρα με κάποιον απ' τους ποδοσφαιριστές του. Θύμα του, αυτή τη φορά, ο Ιταλός Λούκα Τόνι, που κατέληξε στη Ρόμα. Τελικά, όμως, φάνηκε πως ο Ολλανδός κάτι παραπάνω ήξερε, καθώς οι Βαυαροί κατέκτησαν και το πρωτάθλημα Γερμανίας, αλλά και το κύπελλο, νικώντας στον τελικό την Βέρντερ Βρέμης με 4-0. Και πέρα απ' όλα αυτά, ξεπέρασε το εμπόδιο της Γιουνάιτεντ στους "8" του Τσ. Λιγκ, όπως και της Λυόν στα ημιτελικά και οδήγησε την ομάδα στον τελικό του Σαντιάγκο Μπερναμπέου. Αντίπαλος, εκεί, η Ίντερ του μαθητή και βοηθού του στα χρόνια της Μπαρτσελόνα, Ζοσέ Μουρίνιο. Το τρεμπλ, όμως, χάθηκε, μιας και η Ίντερ επικράτησε με 2-0 κι έτσι το πέτυχε εκείνη, μιας κι είχε κατακτήσει το ιταλικό πρωτάθλημα και κύπελλο. Στην αρχή της επόμενης σεζόν κέρδισε και το γερμανικό σούπερ καπ, όμως τον Απρίλιο του 2011 απολύθηκε.
Δεύτερη θητεία στην εθνική Ολλανδίας
Το 2012 ξαναέκατσε στον πάγκο της εθνικής ομάδας της Ολλανδίας. Πήρε την πρόκριση για το μουντιάλ του 2014 στα γήπεδα της Βραζιλίας, έχοντας 9 νίκες και 1 ισοπαλία, με 34 γκολ ενεργητικό και μόλις 5 παθητικό. Στο παγκόσμιο κύπελλο, η Ολλανδία δεν κατάφερε να προκριθεί στο μεγάλο τελικό, καθώς η Αργεντινή επικράτησε στα πέναλτι στον μεταξύ τους ημιτελικό. Κέρδισε, όμως, τη Βραζιλία στον μικρό τελικό και κατέκτησε την 3η θέση στο τουρνουά.
Πρωταγωνιστής στο "Θέατρο των Ονείρων"
Με το που τελείωσε το Παγκόσμιο Κύπελλο, ξεκίνησε να ισχύει το συμβόλαιο του Φαν Χάαλ με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ο ίδιος δήλωσε ότι πήρε στα χέρια του μια διαλυμένη ομάδα. Το ντεμπούτο του, όμως, έστω και σε φιλικό, μόνο αυτό δεν έδειξε, καθώς η Μάντσετσερ σκόρπισε με 7-0 τους Λ.Α. Γκάλαξυ. Στη συνέχεια, κατέκτησε και το International Champions Cup, επικρατώντας με 3-1 της Λίβερπουλ. Οι πρώτες μέρες του Ολλανδού στον πάγκο των διαβόλων δείχνουν πως το περιβόητό του 3-5-2 θ' απασχολήσει αρκετά τον ποδοσφαιρικό πλανήτη τους ερχόμενους μήνες. Και δεν αποκλείεται να ξαναδούμε μια Γιουνάιτεντ που να θυμίζει τις ένδοξες μέρες του Σερ Άλεξ και ως προς το θέαμα και ως προς την ποιότητα και ως προς την αποτελεσματικότητα. Εξάλλου, από εκείνον εξαρτάται, από τη στιγμή που τα "κλειδιά" του "μαγαζιού" είναι στα χέρια του.
Οι διαφορές Μόγιες και Φαν Χάαλ είναι ξεκάθαρες. Ήταν και πριν ο δεύτερος κάτσει στον πάγκο της Μάντσεστερ. Ο Μόγιες είναι ένας προπονητής με συγκεκριμένες δυνατότητες, προσπαθεί ν' αξιοποιήσει τους παίχτες του. Ο Φαν Χάαλ είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι προσωπικότητα, ξεχωρίζει. Είναι κι ο ίδιος βεντέτα, είτε το θέλει είτε όχι, κάτι που μοιάζει απαραίτητο για πάγκους σαν αυτόν της Γιουνάιτεντ. Γι' αυτό, άλλωστε, είχε και τόσες κόντρες στην μέχρι τώρα καριέρα του. Διαφωνεί, επιμένει, σχεδιάζει και, συνήθως, του βγαίνει. Θέλει να έχει τον πλήρη έλεγχο σε όλα, να ξέρει ανά πάσα στιγμή τι του γίνεται. Σε σχέση με τον Μόγιες, ο Ολλανδός βαδίζει σίγουρα πολύ περισσότερο σα χνάρια του Φέργκιουσον - διατηρώντας, πάντα, τις δικές του προσωπικές πινελιές στην ομάδα. Δεν είναι coach, δεν είναι manager. Είναι, πολύ απλά, αυτό που οι Άγγλοι αποκαλούν "boss".
Κάρολος Άλγκινγ