Στην εποχή των τεράτων
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Ένα τεράστιο κύμα ανελέητης και, πολλές φορές, εξαιρετικά άκομψης κριτικής, σηκώθηκε την π...
http://www.thecolumnist.gr/2015/05/blog-post_76.html
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Ένα τεράστιο κύμα ανελέητης και, πολλές φορές, εξαιρετικά άκομψης κριτικής, σηκώθηκε την περασμένη εβδομάδα με αφορμή την απόφαση του γνωστού τραγουδιστή Σάκη Ρουβά, να ερμηνεύσει το "Άξιον Εστί" του Μίκη Θεοδωράκη. Μεγάλο μέρος του κοινού, φιλότεχνου και μη, διανοούμενοι και "διανοούμενοι", όπως και πολλοί εκπρόσωποι της "ποιότητας", γενικώς και αορίστως, καταδίκασαν αυτήν την συμμετοχή του Ρουβά ως κάτι σαν ιεροσυλία, προτού καν μάλιστα πραγματοποιηθεί η ίδια η συναυλία στην πλατεία της Νέας Σμύρνης.
Προσωπικά δε θα έλεγα ότι είμαι fan του Ρουβά. Παρ’ όλα αυτά περίμενα να ακούσω με ενδιαφέρον αποσπάσματα από τη συναυλία για να μπορώ να σχηματίσω μια άποψη, όχι ως ειδικός αλλά ως ένας απλός ακροατής. Αφού λοιπόν είδα κάποια αποσπάσματα στα δελτία ειδήσεων έκανα δύο ερωτήσεις στον εαυτό μου: μπορούσε να ερμηνεύσει κάποιος άλλος καλύτερα το "Αξιον Εστί"; Σίγουρα. Το εξευτέλισε ο Ρουβάς με την απόδοσή του; Σε καμία περίπτωση.
Σε σχέση με το ίδιο το έργο, όπως και με άλλα κλασσικά που πλέον αποτελούν κομμάτι της ιστορικής συνείδησης και της πολιτισμικής κληρονομιάς αυτού του τόπου, περιμένουν όλοι από τους νέους ανθρώπους να γνωρίζουν ή ακόμη και να έχουν εντρυφήσει (sic) στην ουσία, τα μηνύματα ή απλώς στην μορφή αυτού του είδους της καλλιτεχνικής έκφρασης.
Παρ' όλα αυτά όμως, όταν κάποιος από τους εκπροσώπους της νέας γενιάς καλλιτεχνών αποπειράται με σεβασμό και προσοχή να ερμηνεύσει κάτι είτε σε μουσική σκηνή είτε στο θέατρο αμέσως η κριτική είναι έτοιμη, προκαταβολική και πάντα επικαλούμενη τα περίφημα "ιερά τέρατα": "Που πάει αυτός; Τι νομίζει, ότι είναι ο νέος Μπιθικώτσης/Καζαντζίδης/ κλπ;".
Αυτή η ισοπεδωτική και ταυτόχρονα ελιτίστικη προσέγγιση όμως στερεί την νέα γενιά από την επαφή της με ερεθίσματα που θα την ψυχαγωγήσουν, θα διευρύνουν τους ορίζοντές της, θα εμπλουτίσουν το υπόβαθρό της και θα της προσφέρουν τροφή για σκέψη. Παράλληλα δε και τα ίδια τα έργα χάνουν τόσο λαϊκό χαρακτήρα τους όσο και το στοιχείο της κοινωνικής και πνευματικής διαπαιδαγώγησης που ενέχουν στην ουσία τους με αποτέλεσμα, στο πέρασμα του χρόνου, να μετατρέπονται σε κάτι απρόσιτο, απόμακρο κι εν τέλει αδιάφορο.
Διευρύνοντας τη σκέψη μας πέρα από την υπόθεση του Ρουβά και του έργου, το όλο σκηνικό της προκαταβολικής και λυσσαλέας κριτικής αναδεικνύει με τον πιο εμφατικό τρόπο την μεγάλη αντίφαση που χαρακτηρίζει την ίδια την κοινωνία μας: αξίες και έννοιες όπως δημοκρατία, ίσες ευκαιρίες, σεβασμός και αξιοκρατία έχουν καταλήξει ή μάλλον έχουν καταντήσει να τις υπερασπίζονται άνθρωποι οι οποίοι δεν πιστεύουν ούτε κατ' ελάχιστον σε αυτές, παρά το γεγονός ότι, κατά τα άλλα, αυτοπαρουσιάζονται ως διαπρύσιοι υποστηρικτές αυτών.
Στην πραγματικότητα η Ελλάδα, 34 χρόνια μετά την ένταξή της στην Ενωμένη Ευρώπη, συνεχίζει να λειτουργεί ως μία οθωμανική επαρχία βασισμένη σε κλειστά κυκλώματα εξουσίας και παραεξουσίας με τους σύγχρονους κοτζαμπάσηδες να διαφεντεύουν κάθε πτυχή της δημόσιας δραστηριότητας: τις επιστήμες, τις τέχνες, τα γράμματα, την πολιτική, τον αθλητισμό. Κι όταν κάποιος απλώς προσπαθήσει να δημιουργήσει κάτι με σεβασμό και αξιοπρέπεια αλλά δεν ανήκει στο "χώρο τους" ούτε και μπορούν να τον εντάξουν στη σφαίρα επιρροής τους, απλώς προσπαθούν να τον υποβαθμίσουν ή να τον εξευτελίσουν. Όσο για το κοινό, το λαό ή την κοινότητα, τα επικαλούνται κατά το δοκούν και πάντοτε με ύφος πατερναλιστικό, με την ιδιότητα του γνώστη της απόλυτης αλήθειας.
Κάπως έτσι όμως με τα ρουσφέτια, τα κοννέ, τις συντεχνίες και τα στεγανά φτάσαμε στο σημείο να υπάρχουν στρατιές ανέργων αλλά και εκατοντάδες χιλιάδες νέων ανθρώπων που μεταναστεύουν βλέποντας τα όνειρά τους σε μία χώρα εκτός Ελλάδας. Κάπως έτσι περάσαμε από την εποχή των "ιερών τεράτων" στην εποχή των τεράτων. Κι αυτή η τελευταία αναμένεται να διαρκέσει πολύ.