Greeks Abroad: Ελένη Κιόση
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΕΛΙΟ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ Οι Greeks Abroad συνεχίζουν και το 2016 στο "The Columnist", με πρώτο σταθμ...
http://www.thecolumnist.gr/2016/01/greeks-abroad.html
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΕΛΙΟ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ
Οι Greeks Abroad συνεχίζουν και το 2016 στο "The Columnist", με πρώτο σταθμό για τη νέα χρονιά το Filottrano της γειτονικής Ιταλίας και πρόσωπο του Ιανουαρίου την αρχηγό της Εθνικής ομάδας βόλεϊ Ελένη Κιόση.
"Ερωτευμένη", όπως η ίδια δηλώνει, με το άθλημα από 9 ετών, η 30χρονη διαγώνιος ξεκίνησε την πορεία της από τον Πρωτέα Κορδελιού. Από το 2000 ως το 2004 αγωνίστηκε στον Αίαντα Ευόσμου και στη συνέχεια ακολούθησαν κατά σειρά Απολλώνιος Κερατσινίου, Ολυμπιακός, Ηρακλής, Σ.Α. Πειραματικού και Ανατόλια.
Η περίοδος 2012-2013 με τους Τράχωνες Αλίμου ήταν η τελευταία της στο ελληνικό πρωτάθλημα καθώς την επόμενη χρονιά έκανε το μεγάλο βήμα προς το εξωτερικό αγωνιζόμενη για μία σεζόν με τα χρώματα της Terville Florange στην πρώτη κατηγορία του γαλλικού πρωταθλήματος. Μετά τη Γαλλία σειρά είχε η Ιταλία και η Entu Olbia όπου η Ελληνίδα διεθνής πρωταγωνίστησε στην Α2 κατηγορία με την εντυπωσιακή επίδοση των 540 πόντων σε 26 αγώνες. Την τρέχουσα αγωνιστική περίοδο αγωνίζεται στην Lardini Filottrano και, ευρισκόμενη σε εξαιρετική κατάσταση, είναι η πρώτη σκόρερ της ιταλικής Α2. Άλλωστε το 2014 είχε προηγηθεί μία σπουδαία ατομική διάκριση όπου με 175 πόντους σε 12 παιχνίδια είχε αναδειχθεί πρώτη σκόρερ του Ευρωπαϊκού Λιγκ πριν τους τελικούς.
Επειδή όμως οι μεγάλες αθλητικές προσωπικότητες δεν διακρίνονται μόνο από τις επιδόσεις αλλά και από το ήθος τους, αξίζει να σημειωθεί η κίνησή της να χαρίσει στη Λίτσα Μερτέκη το βραβείο MVP που κέρδισε στο All Star της Α1 το 2012 δηλώνοντας ότι η συμπαίκτριά της στην Εθνική ήταν καλύτερη εκείνη την ημέρα.
Η Ελένη Κιόση μίλησε αποκλειστικά στο "The Columnist" για την εμπειρία του εξωτερικού, τις διαφορές μεταξύ του ελληνικού και των υπολοίπων πρωταθλημάτων, τη δουλειά που γίνεται στις ακαδημίες στην Ελλάδα παρά την οικονομική κρίση ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί εκτενώς και στην Εθνική ομάδα.
- Η οικονομική κρίση, η οποία αναμφίβολα έχει επηρεάσει και το ελληνικό γυναικείο βόλεϊ, τι ρόλο έπαιξε στην απόφασή σου να αγωνιστείς στο εξωτερικό;
Ε.Κ.: «Ήταν από τα σημαντικά κομμάτια της απόφασής μου να φύγω έτσι, μην κοροϊδευόμαστε. Τα χρήματα στο εξωτερικό είναι πολύ περισσότερα. Δεν ήταν ο μοναδικός βέβαια λόγος, αλλά ένας από τους λόγους, απλώς επειδή μιλάμε για την οικονομική κρίση, γι’ αυτό το τόνισα. Εγώ ήθελα ανέκαθεν να παίξω στο εξωτερικό, ήταν ένα όνειρο που είχα και είπα ότι πριν κλείσω την καριέρα μου θα κάνω όλα όσα ήθελα πραγματικότητα. Γι’ αυτό και ξεκίνησα το δρόμο για εκεί».
- Ποιες είναι κατά τη γνώμη σου οι δύο πιο σημαντικές διαφορές μεταξύ του ελληνικού και του ιταλικού πρωταθλήματος βόλεϊ;
Ε.Κ.: «Η μία είναι ότι το ιταλικό πρωτάθλημα είναι ανταγωνιστικό από την πρώτη μέχρι και την τελευταία ομάδα. Δεν είσαι ποτέ σίγουρος ποιος θα κερδίσει. Η άλλη διαφορά, που είναι τεράστια γι'αυτό είναι και επαγγελματίες εκεί, είναι το οικονομικό κομμάτι. Διότι εκεί υπάρχουν τα χρήματα και μπορούν να φτάσουν το άθλημα σε ένα καλό επίπεδο».
- Ο τομέας των ακαδημιών είναι πολύ σημαντικός για την ανάδειξη νέων ταλέντων καθώς εκεί στηρίζεται το μέλλον του αθλήματος. Πιστεύεις ότι στην Ελλάδα γίνονται όσα και όπως πρέπει σε αυτό το πεδίο;

- Η εικόνα των άδειων γηπέδων που γεμίζουν μόνο στα ντέρμπι είναι πολύ συνηθισμένη στο ελληνικό γυναικείο πρωτάθλημα και όχι μόνο. Φταίει μόνο η οικονομική κρίση για αυτό ή είναι και ζήτημα νοοτροπίας γενικότερα; Στο ιταλικό και το γαλλικό ισχύει κάτι ανάλογο;
Ε.Κ.: «Αυτή τη στιγμή που ρωτάς, το γήπεδο στο οποίο αγωνίζομαι γεμίζει με 1500 άτομα το λιγότερο! Οι οπαδοί στηρίζουν την ομάδα, έρχονται παιδιά, είναι πολύ όμορφη εικόνα. Θα διαφωνήσω με την προσέγγιση ότι τα γήπεδα γεμίζουν μόνο στα ντέρμπι των λεγόμενων μεγάλων ομάδων, διότι για παράδειγμα τα γήπεδα της Σαντορίνης και της Νάξου γεμίζουν πάντα, όπως και του Άρη σιγά-σιγά με τις επιτυχίες που κάνει. Και για μένα το σημαντικό είναι οι εξέδρες να γεμίζουν με παιδιά τα οποία μετά να θέλουν να παίξουν το άθλημα. Στο παρελθόν όντως συνέβησαν κάποια πράγματα τα οποία απομάκρυναν λίγο τους ανθρώπους από το γήπεδο, κάποια σκηνικά βίας, που τα έχω ζήσει στη διάρκεια της θητείας μου στην Α1 και τα οποία θεωρώ ότι στοίχισαν στο δικό μας άθλημα. Σε κάθε περίπτωση η πιο όμορφη εικόνα για έναν αθλητή είναι να παίζει σε ένα γήπεδο γεμάτο με παιδιά, γονείς. Να είναι μια γιορτή, δεν είναι ανάγκη να είναι οπαδοί δύο μεγάλων ομάδων μόνο σε έναν τελικό. Νομίζω πως είναι μία καλή ευκαιρία το γεγονός ότι τα παιχνίδια μεταδίδονται από ένα κρατικό κανάλι και νομίζω ότι θα έρθουν περισσότεροι άνθρωποι στο γήπεδο. Πάντως και το πρωτάθλημα φέτος στην Ελλάδα είναι πιο ανταγωνιστικό από άλλες χρονιές και είναι όμορφο το ότι μπορούν οι άνθρωποι να έρθουν πιο κοντά στο άθλημα απλά ανοίγοντας την τηλεόραση και τυχαία να πέσουν εκεί. Παλαιότερα, τα παιχνίδια μεταδίδονταν διαρκώς στην τηλεόραση. Ακόμη και όταν το πρωτάθλημα ήταν στα συνδρομητικά κανάλια, ήταν μία εποχή που τα συνδρομητικά ήταν σε άνθιση. Όλοι είχαν συνδρομητικά και μπορούσαν με ένα απλό κλικ να έρθουν κοντά στο άθλημα. Τώρα που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν αυτήν την ευχέρεια, είναι καλό που η κρατική τηλεόραση καλύπτει το γυναικείο βόλεϊ».
- Σε επίπεδο τρόπου ζωής και κουλτούρας τι είναι αυτό που έχεις θαυμάσει σε Γαλλία και Ιταλία και τι σε έχει δυσκολέψει;
Ε.Κ.: «Δεν θα χρησιμοποιήσω τον όρο «θαυμάζω», διότι τη θεωρώ μία βαριά λέξη. Στη Γαλλία, ένα πράγμα το οποίο μου άρεσε ήταν ότι ήξεραν πώς να διαχειριστούν και να προμοτάρουν το άθλημα και την όλη διαδικασία. Μετά από κάθε ματς για παράδειγμα είχαν ένα μπουφέ με τους σπόνσορες, για να πάρουν τους σπόνσορες έκαναν πάντα πράγματα με την ομάδα. Ήξεραν δηλαδή τον τρόπο να βγάλουν τα απαιτούμενα χρήματα ούτως ώστε να κρατήσουν τις ομάδες στην Α1. Όσον αφορά γενικότερα στον τρόπο ζωής, δεν νομίζω ότι απέχουμε πολύ οι ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ιταλία, οι άνθρωποι είναι πιο ζεστοί από ότι στη Γαλλία. Είναι πιο κοντά στη δική μας κουλτούρα, αλλά δεν νομίζω ότι έχουμε τεράστιες διαφορές ως άνθρωποι στην καθημερινότητα. Δεν γίνεται κάτι το ιδιαίτερο δηλαδή. Στο οργανωτικό κομμάτι, όταν βλέπεις μία επαγγελματική ομάδα να είναι στην Α ή στη Β ή στη Γ κατηγορία και τα έχει όλα όπως πρέπει και τακτοποιημένα, το να λέμε ότι αυτό είναι άξιο λόγου είναι αστείο πλέον, διότι και στην Ελλάδα υπήρχαν κάποτε αυτά τα πράγματα, γι’ αυτό το λέω. Όταν υπάρχουν τα χρήματα, η οργάνωση έρχεται. Τώρα κάτι που να με δυσκόλεψε δεν υπάρχει διότι προσαρμόζομαι εύκολα και συν τοις άλλοις είχα και την τύχη σε όποια ομάδα πήγα να έχω ανθρώπους κοντά μου που έγιναν φίλοι μου και αισθανόμουν και αισθάνομαι πολύ όμορφα».
- Ποιες είναι οι σκέψεις και τα συναισθήματά σου για την Ελλάδα με δεδομένο ότι τα δύο τελευταία χρόνια αγωνίζεσαι μακριά από τη χώρα σου και τους δικούς σου ανθρώπους;
Ε.Κ.: «Η Ελλάδα είναι Ελλάδα, όπως έχω πει. Έχω ταξιδέψει σε πολλά μέρη της Ευρώπης κυρίως και πιο όμορφο από την Ελλάδα δεν υπάρχει. Εκεί είναι το σπίτι μου, οι άνθρωποί μου, οι φίλοι μου, η οικογένειά μου. Σίγουρα μου λείπουν, σίγουρα είναι διαφορετικά. Αλλά έχω φύγει συνειδητά για να κάνω μία δουλειά στο εξωτερικό για κάποια χρόνια. Αυτό που με στενοχωρεί είναι η κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, όχι μόνο για τους δικούς μου ανθρώπους αλλά και για όλους τους Έλληνες. Είναι μία πολύ δύσκολη περίοδος που όλοι δεν ξέρουμε ούτε πού πατάμε, ούτε πού βρισκόμαστε, ούτε πού θα πατάμε και πού θα βρισκόμαστε. Είναι ένα πράγμα που με στενοχωρεί και το σκέφτομαι.»
- Είσαι μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες Ελληνίδες παίκτριες, με επιτυχημένη διαδρομή ενώ παράλληλα είσαι και αρχηγός της Εθνικής ομάδας. Τι θα συμβούλευες τα νέα κορίτσια που ονειρεύονται μια επαγγελματική πορεία στο βόλεϊ, με δεδομένο ότι αποτελείς πρότυπο για πολλά από αυτά;
