Δεκαεπτά χρόνια από την αποφράδα ημέρα του σεισμού...
ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΜΑΝΤΖΟΥ Είναι από τις φορές που κοντοστέκεσαι και συνειδητοποιείς μεγαλόφωνα ότι "πέρασαν τόσα χρόνια", κατα...
http://www.thecolumnist.gr/2016/09/blog-post_7.html
ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΜΑΝΤΖΟΥ
Είναι από τις φορές που κοντοστέκεσαι και συνειδητοποιείς μεγαλόφωνα ότι "πέρασαν τόσα χρόνια", καταλήγοντας στο γενικό και... κλισέ συμπέρασμα ότι ο καιρός κυλά τόσο μα τόσο γρήγορα. Τα δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια που μεσολάβησαν από εκείνον τον φονικό σεισμό της Πάρνηθας μου φαίνονται τόσα λίγα, αν αναλογιστώ το πόσο έντονα είναι ζωγραφισμένες -λες και ήταν χθες- οι εικόνες εκείνου του μεσημεριού στο μυαλό μου.
Όντας μόλις έξι ετών, χωρίς να γνωρίζω καν το φαινόμενο του σεισμού, αντιμετώπιζα με αφοπλιστική ψυχραιμία τα αντικείμενα του δωματίου μου να πέφτουν από τα ράφια, το ένα μετά το άλλο. Όλα άλλαξαν όταν μέσα σε δευτερόλεπτα αντίκρισα την πανικόβλητη μητέρα μου να με αρπάζει λες και μας βομβάρδιζαν το σπίτι, σχεδόν έτοιμη να φύγει από το μπαλκόνι του πέμπτου ορόφου της πολυκατοικίας μας στο Νέο Ηράκλειο (δίπλα σχεδόν στο επίκεντρο). Συνειδητοποίησα ότι "εδώ κάτι άσχημο συμβαίνει".
Ο σεισμός της 7ης Σεπτεμβρίου του 1999 ήταν και το πρώτο μεγάλο σοκ της ζωής μου. Αυτό εξάλλου ευθύνεται για το πόσο έντονα έχουν χαραχθεί μέσα μου οι μνήμες. Για τον επόμενο χρόνο αδυνατούσα να κοιμηθώ με σβηστό φως. Κοιτούσα επίμονα το φωτιστικό στον ουρανό του δωματίου μου για να ελέγξω αν κουνιέται. Όταν είχαμε το φαγητό που τρώγαμε εκείνο το μεσημέρι, με έπιανε άγχος. Άφησε αρκετά πίσω του αυτός ο σεισμός σε ένα μικρό παιδί, έξι χρονών. Ευτυχώς δεν κράτησαν για πολύ.
Υπάρχουν όμως και πράγματα που άφησε πίσω του και όχι μόνο ήταν για πολύ, αλλά θα είναι για πάντα. Το κυριότερο όλων, ο πόνος όσων έχασαν τόσο μα τόσο άδικα τους ανθρώπους τους εκείνο το μεσημέρι. Συνολικά 146 ψυχές ταξίδεψαν στον ουρανό, "δραπετεύοντας" από τα συντρίμμια κτιρίων που κατέρρευσαν λες και είχαν φτιαχτεί από χαρτί.
Δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια μετά, ουδείς ένοχος. Οι συγγενείς των θυμάτων ουδέποτε βρήκαν και ούτε πρόκειται να βρουν το δίκιο τους, καθώς η ελληνική δικαιοσύνη φρόντισε για ακόμη μία φορά να κάνει τα δικά της γνώριμα κόλπα και να φέρει το παιχνίδι (και τη νίκη) στα χέρια των ισχυρών εργοδοτών και των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών. Χήρες, ορφανοί και γενικότερα κάθε λογής θύματα του φονικού εκείνου σεισμού των 5,9 ρίχτερ (όπως τουλάχιστον μας είπαν) έχασαν με συνοπτικές διαδικασίες τη δικαστική μάχη, απλά και μόνο γιατί έτσι λειτουργεί το σύστημα σε αυτήν τη χώρα. Γιατί όλα πια ελέγχονται από τους ισχυρούς και ως εκ τούτου δεν έχει καν νόημα να προσπαθήσεις να τα βάλεις μαζί τους. Δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθήσεις να βρεις το δίκιο σου, ακόμη κι όταν αυτό είναι τεράστιο. Όσο ήταν και εκείνων που πονούν ακόμη και σήμερα και θα πονούν μέχρι να πεθάνουν το χαμό των δικών τους ανθρώπων.
Γιατί όταν τα κτίρια πέφτουν σαν τραπουλόχαρτα, η ευθύνη δεν είναι ούτε του Θεού, ούτε της φύσης, ούτε σίγουρα των θυμάτων. Αλλά αυτή είναι μία κουβέντα που ουδέποτε θα βγάλει κάπου. Όσοι θυσιάστηκαν άθελά τους σαν σήμερα πριν από 17 χρόνια, πρόσφεραν τουλάχιστον ορισμένα διδάγματα και κυρίως έδωσαν το έναυσμα στους κατασκευαστές κτιρίων να αντιμετωπίσουν τη δουλειά τους με μεγαλύτερη σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Το κακό μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή και σε οποιοδήποτε σημείο: η περιοχή της Πάρνηθας θεωρείτο από τους σεισμολόγους μέχρι τότε μία από τις πιο ακίνδυνες σε όλη την Ελλάδα. Τελικά, αποδείχθηκε μία από τις πιο φονικές.
"Είμαστε εντελώς απροστάτευτοι στο έλεος των γεγονότων, είτε αυτά είναι φυσικές καταστροφές είτε κάτι άλλο. Αφενός, υπάρχουν κτίσματα που είναι ακατάλληλα και αφετέρου, εάν συμβεί κάτι και εάν ακόμη έχεις δίκιο, είναι πολύ χρονοβόρο να βρεις το δίκιο σου", Γιώργος Σωτηρόπουλος, διασωθείς έπειτα από οκτώ ώρες κάτω από τα ερείπια της Ρικομέξ.
Μάριος Μάντζος